γεραίτερος: Difference between revisions

From LSJ
(6_5)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''γεραίτερος''': γεραίτατος, συγκρ. καὶ ὑπερθ. τοῦ [[γεραιός]], ὃ ἴδε.
|lstext='''γεραίτερος''': γεραίτατος, συγκρ. καὶ ὑπερθ. τοῦ [[γεραιός]], ὃ ἴδε.
}}
{{bailly
|btext=v. [[γεραιός]].
}}
}}

Revision as of 19:50, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γεραίτερος Medium diacritics: γεραίτερος Low diacritics: γεραίτερος Capitals: ΓΕΡΑΙΤΕΡΟΣ
Transliteration A: geraíteros Transliteration B: geraiteros Transliteration C: geraiteros Beta Code: gerai/teros

English (LSJ)

γεραίτατος, Comp. and Sup. of γεραιός (q. v.).

German (Pape)

[Seite 485] -τατος, compar. u. superl. zu γεραιός.

Greek (Liddell-Scott)

γεραίτερος: γεραίτατος, συγκρ. καὶ ὑπερθ. τοῦ γεραιός, ὃ ἴδε.

French (Bailly abrégé)

v. γεραιός.