ἐπιλυτικός: Difference between revisions
From LSJ
ἐὰν δ' ἔχωμεν χρήμαθ', ἕξομεν φίλους → if we have money, then we will have friends | if we have money, we shall have friends
(6_10) |
(13) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐπιλῠτικός''': -ή, -όν, [[κατάλληλος]] πρὸς λύσιν δυσκολιῶν, «γραμματικὸς ἦν τῶν ἐπιλυτικῶν καλουμένων» Σουΐδ. ἐν λ. Σωσίβιος. | |lstext='''ἐπιλῠτικός''': -ή, -όν, [[κατάλληλος]] πρὸς λύσιν δυσκολιῶν, «γραμματικὸς ἦν τῶν ἐπιλυτικῶν καλουμένων» Σουΐδ. ἐν λ. Σωσίβιος. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἐπιλυτικός]], -ή, -όν (Μ)<br />[[κατάλληλος]] για [[επίλυση]], για [[λύση]] δυσκολιών. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:11, 29 September 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A good at solving difficulties, [γραμματικοὶ] οἱ ἐ. καλούμενοι Suid.s.v.Σωσίβιος, cf.Gal.Subf.Emp.12.
German (Pape)
[Seite 959] ή, όν, auflösend, Suid.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπιλῠτικός: -ή, -όν, κατάλληλος πρὸς λύσιν δυσκολιῶν, «γραμματικὸς ἦν τῶν ἐπιλυτικῶν καλουμένων» Σουΐδ. ἐν λ. Σωσίβιος.
Greek Monolingual
ἐπιλυτικός, -ή, -όν (Μ)
κατάλληλος για επίλυση, για λύση δυσκολιών.