ἐξεταστέον: Difference between revisions

From LSJ

Έγ', ὦ ταλαίπωρ', αὐτὸς ὧν χρείᾳ πάρει. Τὰ πολλὰ γάρ τοι ῥήματ' ἢ τέρψαντά τι, ἢ δυσχεράναντ', ἢ κατοικτίσαντά πως, παρέσχε φωνὴν τοῖς ἀφωνήτοις τινά –> Wretched brother, tell him what you need. A multitude of words can be pleasurable, burdensome, or they can arouse pity somehow — they give a kind of voice to the voiceless.

Sophocles, Oedipus at Colonus, 1280-4
(6_20)
(4)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐξεταστέον''': ῥημ. ἐπίθ. τοῦ [[ἐξετάζω]], δεῖ ἐξετάζειν, Πλάτ. Πολ. 599Α.
|lstext='''ἐξεταστέον''': ῥημ. ἐπίθ. τοῦ [[ἐξετάζω]], δεῖ ἐξετάζειν, Πλάτ. Πολ. 599Α.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐξεταστέον:''' ρημ. επίθ., αυτό που πρέπει [[κάποιος]] να εξετάσει, να ελέγξει, σε Πλάτ.
}}
}}

Revision as of 19:52, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐξεταστέον Medium diacritics: ἐξεταστέον Low diacritics: εξεταστέον Capitals: ΕΞΕΤΑΣΤΕΟΝ
Transliteration A: exetastéon Transliteration B: exetasteon Transliteration C: eksetasteon Beta Code: e)cetaste/on

English (LSJ)

   A one must scrutinize, Pl.R.599a, Gal.1.357; one must examine carefully, ὅπως . . Jul.Or.7.226d.

Greek (Liddell-Scott)

ἐξεταστέον: ῥημ. ἐπίθ. τοῦ ἐξετάζω, δεῖ ἐξετάζειν, Πλάτ. Πολ. 599Α.

Greek Monotonic

ἐξεταστέον: ρημ. επίθ., αυτό που πρέπει κάποιος να εξετάσει, να ελέγξει, σε Πλάτ.