μυιϊκός: Difference between revisions

From LSJ

ἆρά γε λόγον ἔχει δυοῖν ἀρχαῖν, ὑλικῆς τε καὶ δραστικῆς → does it in fact have the function of two principles, the material and the active?

Source
(6_11)
(26)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μυιϊκός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς μυίαν, Γλωσσ.
|lstext='''μυιϊκός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς μυίαν, Γλωσσ.
}}
{{grml
|mltxt=[[μυιϊκός]], -ή, -όν (Α) [[μυία]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη [[μύγα]].
}}
}}

Revision as of 11:56, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μυιϊκός Medium diacritics: μυιϊκός Low diacritics: μυιϊκός Capitals: ΜΥΙΪΚΟΣ
Transliteration A: myiïkós Transliteration B: muiikos Transliteration C: myiikos Beta Code: muii+ko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A of or belonging to a fly, Gloss.

German (Pape)

[Seite 216] von der Fliege, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

μυιϊκός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς μυίαν, Γλωσσ.

Greek Monolingual

μυιϊκός, -ή, -όν (Α) μυία
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη μύγα.