πεντάτονος: Difference between revisions
From LSJ
ἥλιον ἐν λέσχῃ κατεδύσαμεν → we let the sun go down in talk, we let the sun go down in conversation
(6_17) |
(31) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πεντάτονος''': -ον, ὁ ἔχων [[πέντε]] τόνους, ὡς οὐσιαστ., ἡ [[πεντάτονος]] = ἡ νῦν μικρὰ ἑβδόμη, ἢ ὁ [[ἕβδομος]] ἀπὸ τοῦ ἀρχικοῦ ἀνιὼν [[τόνος]], ὁ [[ἕβδομος]] ἀνιὼν [[φθόγγος]] τῆς μουσ. κλίμακος, μεταγεν. | |lstext='''πεντάτονος''': -ον, ὁ ἔχων [[πέντε]] τόνους, ὡς οὐσιαστ., ἡ [[πεντάτονος]] = ἡ νῦν μικρὰ ἑβδόμη, ἢ ὁ [[ἕβδομος]] ἀπὸ τοῦ ἀρχικοῦ ἀνιὼν [[τόνος]], ὁ [[ἕβδομος]] ἀνιὼν [[φθόγγος]] τῆς μουσ. κλίμακος, μεταγεν. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-η, -ο / [[πεντάτονος]], -ον, ΝΑ<br /><b>1.</b> (για μουσικές κλίμακες ή διαστήματα) αυτός που αποτελείται από [[πέντε]] τόνους<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>η [[πεντάτονος]]<br /><b>μουσ.</b> μουσικό [[διάστημα]] της μικρής εβδόμης, ο [[έβδομος]] [[ανιών]] [[φθόγγος]] της μουσικής κλίμακας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πεντα</i>- <span style="color: red;">+</span> [[τόνος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:15, 29 September 2017
German (Pape)
[Seite 557] von fünf Tönen, ἡ πεντάτονος, in der Tonkunst die Dissonanz, welche jetzt die kleine Septime heißt, Music.
Greek (Liddell-Scott)
πεντάτονος: -ον, ὁ ἔχων πέντε τόνους, ὡς οὐσιαστ., ἡ πεντάτονος = ἡ νῦν μικρὰ ἑβδόμη, ἢ ὁ ἕβδομος ἀπὸ τοῦ ἀρχικοῦ ἀνιὼν τόνος, ὁ ἕβδομος ἀνιὼν φθόγγος τῆς μουσ. κλίμακος, μεταγεν.
Greek Monolingual
-η, -ο / πεντάτονος, -ον, ΝΑ
1. (για μουσικές κλίμακες ή διαστήματα) αυτός που αποτελείται από πέντε τόνους
2. το θηλ. ως ουσ. η πεντάτονος
μουσ. μουσικό διάστημα της μικρής εβδόμης, ο έβδομος ανιών φθόγγος της μουσικής κλίμακας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα- + τόνος.