ὑποτυπωτικός: Difference between revisions
From LSJ
ἁρμονίη ἀφανὴς φανερῆς κρείττων → the hidden attunement is better than the obvious one, invisible connection is stronger than visible, harmony we can't see is stronger than harmony we can, unseen harmony is stronger than what we can see
(6_11) |
(44) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑποτῠπωτικός''': -ή, -όν, ὁ ἐν εἴδει ὑποτυπώσεων, [[περιληπτικός]], [[ἐπίτομος]], Σέξτ. Ἐμπ. π. Π. 1. 239. ― Ἐπίρρ. -κῶς, [[αὐτόθι]] 2. 1. | |lstext='''ὑποτῠπωτικός''': -ή, -όν, ὁ ἐν εἴδει ὑποτυπώσεων, [[περιληπτικός]], [[ἐπίτομος]], Σέξτ. Ἐμπ. π. Π. 1. 239. ― Ἐπίρρ. -κῶς, [[αὐτόθι]] 2. 1. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -όν, Α [[ὑποτυπῶ]]<br />πολύ [[συνοπτικός]], [[περιληπτικός]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ὑποτυπωτικῶς</i> Α<br />περιληπτικά, συνοπτικά. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:54, 29 September 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A by way of outline, compendious, τρόπος τῆς συγγραφῆς S.E.P.1.239. Adv. -κῶς ib.2.1.
Greek (Liddell-Scott)
ὑποτῠπωτικός: -ή, -όν, ὁ ἐν εἴδει ὑποτυπώσεων, περιληπτικός, ἐπίτομος, Σέξτ. Ἐμπ. π. Π. 1. 239. ― Ἐπίρρ. -κῶς, αὐτόθι 2. 1.
Greek Monolingual
-ή, -όν, Α ὑποτυπῶ
πολύ συνοπτικός, περιληπτικός.
επίρρ...
ὑποτυπωτικῶς Α
περιληπτικά, συνοπτικά.