ἐμετός: Difference between revisions

From LSJ

ὃν οὐ τύπτει λόγος οὐδὲ ῥάβδος → if words don't get through, neither a beating will | if the carrot doesn't work, the stick will not work either | whom words do not strike, neither does the rod

Source
(6_12)
(11)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐμετός''': ἴδε [[ἔμετος]] ἐν τέλει.
|lstext='''ἐμετός''': ἴδε [[ἔμετος]] ἐν τέλει.
}}
{{grml
|mltxt=και έμετος, ο (AM [[ἔμετος]])<br />αντανακλαστικό [[φαινόμενο]] από ποικίλες αιτίες [[κατά]] το οποίο εξέρχεται από το [[στόμα]] το [[περιεχόμενο]] του στομάχου<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[αίσθημα]] αηδίας<br /><b>αρχ.</b><br />[[τάση]] για εμετό, [[αναγούλα]].
}}
}}

Revision as of 06:28, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐμετός Medium diacritics: ἐμετός Low diacritics: εμετός Capitals: ΕΜΕΤΟΣ
Transliteration A: emetós Transliteration B: emetos Transliteration C: emetos Beta Code: e)meto/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A vomited, Suid.

Greek (Liddell-Scott)

ἐμετός: ἴδε ἔμετος ἐν τέλει.

Greek Monolingual

και έμετος, ο (AM ἔμετος)
αντανακλαστικό φαινόμενο από ποικίλες αιτίες κατά το οποίο εξέρχεται από το στόμα το περιεχόμενο του στομάχου
νεοελλ.
αίσθημα αηδίας
αρχ.
τάση για εμετό, αναγούλα.