Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀναπυνθάνομαι: Difference between revisions

From LSJ

Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil

Plato, Laws, 626e
(6_23)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀναπυνθάνομαι''': μέλλ. -[[πεύσομαι]] Δημ.: [[ἐξετάζω]] ἐπιμελῶς, ἀνερευνῶ, τὰς πάτρας τε αὐτῶν ἀνεπύθετο Ἡρόδ. 6. 128· ἀνεπυνθάνετο τὸν ποιήσαντα ὁ αὐτ. 8. 90· ἀναπυθώμεθα τούςδε, τίνες ποτέ, καὶ [[πόθεν]] [[ἔμολον]] Ἀριστοφ. Ὄρν. 403. 2) ἀνερωτῶ, ἀνερευνῶ, ἀναπυνθανόμενος [[εὑρίσκω]] Ἡρόδ. 5. 57· πληροφοροῦμαι, [[μανθάνω]], [[ταῦτα]] οὖν οἱ στρατιῶται ἀνεπύθοντο Ξεν. Ἀν. 5. 7, 1· ἀν [[περί]] τινος Πλάτ. Ἱππ. Ἐλ. 363Β· ἀν. τί τινος, ἐρωτῶ τινα, [[μανθάνω]] παρ’ [[αὐτοῦ]], Ἀριστοφ. Εἰρ. 693.
|lstext='''ἀναπυνθάνομαι''': μέλλ. -[[πεύσομαι]] Δημ.: [[ἐξετάζω]] ἐπιμελῶς, ἀνερευνῶ, τὰς πάτρας τε αὐτῶν ἀνεπύθετο Ἡρόδ. 6. 128· ἀνεπυνθάνετο τὸν ποιήσαντα ὁ αὐτ. 8. 90· ἀναπυθώμεθα τούςδε, τίνες ποτέ, καὶ [[πόθεν]] [[ἔμολον]] Ἀριστοφ. Ὄρν. 403. 2) ἀνερωτῶ, ἀνερευνῶ, ἀναπυνθανόμενος [[εὑρίσκω]] Ἡρόδ. 5. 57· πληροφοροῦμαι, [[μανθάνω]], [[ταῦτα]] οὖν οἱ στρατιῶται ἀνεπύθοντο Ξεν. Ἀν. 5. 7, 1· ἀν [[περί]] τινος Πλάτ. Ἱππ. Ἐλ. 363Β· ἀν. τί τινος, ἐρωτῶ τινα, [[μανθάνω]] παρ’ [[αὐτοῦ]], Ἀριστοφ. Εἰρ. 693.
}}
{{bailly
|btext=<i>f.</i> [[ἀναπεύσομαι]], <i>ao.2</i> ἀνεπυθόμην;<br />s’informer de : τὸν ποιήσαντα HDT s’informer de celui qui a fait.<br />'''Étymologie:''' [[ἀνά]], [[πυνθάνομαι]].
}}
}}

Revision as of 19:41, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀναπυνθάνομαι Medium diacritics: ἀναπυνθάνομαι Low diacritics: αναπυνθάνομαι Capitals: ΑΝΑΠΥΝΘΑΝΟΜΑΙ
Transliteration A: anapynthánomai Transliteration B: anapynthanomai Transliteration C: anapynthanomai Beta Code: a)napunqa/nomai

English (LSJ)

   A inquire closely into, τὰς πάτρας αὐτῶν ἀνεπύθετο Hdt.6.128; ἀνεπυνθάνετο τὸν ποιήσαντα Id.8.90; ἀναπυθώμεθα τούσδε τίνες ποτὲ καὶ πόθεν ἔμολον Ar.Av.403.    2 abs., ἀναπυνθανόμενος εὑρίσκω discover by inquiry, Hdt.5.57; also, learn by inquiry, ἀ. ταῦτα πραττόμενα X.An.5.7.1 codd.; ἀ. περί τινος Pl.Hp.Mi.363b; ἀ. τί τινος ask of a person, Ar.Pax 693.

German (Pape)

[Seite 204] (s. πυνθάνομαι), ausforschen, erkunden, Her. 5, 57; τινός, aus Jemandem herausfragen, Ar. Pax 676; ταῦτα πραττόμενα, daß etwas betrieben wird, erfahren, Xen. An. 5, 7, 1; παρά τινός τι, Ath. I, 2 b.

Greek (Liddell-Scott)

ἀναπυνθάνομαι: μέλλ. -πεύσομαι Δημ.: ἐξετάζω ἐπιμελῶς, ἀνερευνῶ, τὰς πάτρας τε αὐτῶν ἀνεπύθετο Ἡρόδ. 6. 128· ἀνεπυνθάνετο τὸν ποιήσαντα ὁ αὐτ. 8. 90· ἀναπυθώμεθα τούςδε, τίνες ποτέ, καὶ πόθεν ἔμολον Ἀριστοφ. Ὄρν. 403. 2) ἀνερωτῶ, ἀνερευνῶ, ἀναπυνθανόμενος εὑρίσκω Ἡρόδ. 5. 57· πληροφοροῦμαι, μανθάνω, ταῦτα οὖν οἱ στρατιῶται ἀνεπύθοντο Ξεν. Ἀν. 5. 7, 1· ἀν περί τινος Πλάτ. Ἱππ. Ἐλ. 363Β· ἀν. τί τινος, ἐρωτῶ τινα, μανθάνω παρ’ αὐτοῦ, Ἀριστοφ. Εἰρ. 693.

French (Bailly abrégé)

f. ἀναπεύσομαι, ao.2 ἀνεπυθόμην;
s’informer de : τὸν ποιήσαντα HDT s’informer de celui qui a fait.
Étymologie: ἀνά, πυνθάνομαι.