ἀγγελτήρ: Difference between revisions
From LSJ
Λόγος εὐχάριστος χάριτός ἐστ' ἀνταπόδοσις → Es sermo gratus pro relata gratia → Ein gutes Wort ist Dank für eine gute Tat
(6_12) |
(big3_1) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀγγελτήρ''': ῆρος, ὁ, = τῷ προηγ., Χρησ. Σιβ. 2, 214, 243· θηλ., ἀγγέλτρια, αὐτ. 8. 117· [[ὡσαύτως]], ἀγγέλτειρα, [[ὅπερ]] [[εἶναι]] [[διόρθωσις]] τοῦ Δινδ. ἐν Ὀρφ. Ὕμ. 78. 3. | |lstext='''ἀγγελτήρ''': ῆρος, ὁ, = τῷ προηγ., Χρησ. Σιβ. 2, 214, 243· θηλ., ἀγγέλτρια, αὐτ. 8. 117· [[ὡσαύτως]], ἀγγέλτειρα, [[ὅπερ]] [[εἶναι]] [[διόρθωσις]] τοῦ Δινδ. ἐν Ὀρφ. Ὕμ. 78. 3. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ῆρος, ὁ<br /><b class="num">1</b> [[mensajero]] τοῦ λόγου <i>Const.App</i>.2.25.7.<br /><b class="num">2</b> [[ángel]], <i>Orac.Sib</i>.2.242. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:44, 21 August 2017
German (Pape)
[Seite 10] ὁ, und fem. ἀγγέλτρια, Bote, Botin, Crac. Hib.
Greek (Liddell-Scott)
ἀγγελτήρ: ῆρος, ὁ, = τῷ προηγ., Χρησ. Σιβ. 2, 214, 243· θηλ., ἀγγέλτρια, αὐτ. 8. 117· ὡσαύτως, ἀγγέλτειρα, ὅπερ εἶναι διόρθωσις τοῦ Δινδ. ἐν Ὀρφ. Ὕμ. 78. 3.
Spanish (DGE)
-ῆρος, ὁ
1 mensajero τοῦ λόγου Const.App.2.25.7.
2 ángel, Orac.Sib.2.242.