πρόθειος: Difference between revisions

From LSJ

Χαίρειν ἐπ' αἰσχροῖς οὐδέποτε χρὴ πράγμασιν → Non decet in rebus esse laetum turpibus → In schlimmer Not ist Freude niemals angebracht

Menander, Monostichoi, 544
(6_14)
(34)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''πρόθειος''': ὁ, [[θεῖος]] του πατρός, ἀδελφὸς πάππου, Συλλ. Ἐπιγρ. 3936.
|lstext='''πρόθειος''': ὁ, [[θεῖος]] του πατρός, ἀδελφὸς πάππου, Συλλ. Ἐπιγρ. 3936.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br />ο [[θείος]] του [[πατέρα]], ο [[αδελφός]] του παππού.
}}
}}

Revision as of 12:21, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρόθειος Medium diacritics: πρόθειος Low diacritics: πρόθειος Capitals: ΠΡΟΘΕΙΟΣ
Transliteration A: prótheios Transliteration B: protheios Transliteration C: protheios Beta Code: pro/qeios

English (LSJ)

ὁ,

   A great-uncle, IGRom.4.861 (Laodicea ad Lycum), Ephes.3 No.72.

Greek (Liddell-Scott)

πρόθειος: ὁ, θεῖος του πατρός, ἀδελφὸς πάππου, Συλλ. Ἐπιγρ. 3936.

Greek Monolingual

ὁ, Α
ο θείος του πατέρα, ο αδελφός του παππού.