φθισίφρων: Difference between revisions

From LSJ

Διὰ τὰς γυναῖκας πάντα τὰ κακὰ γίγνεται → Mala non videbis fieri nisi per mulieres → Das Leid erwächst uns durch die Frauen allesamt

Menander, Monostichoi, 134
(6_19)
(45)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φθῑσίφρων''': -ονος, ὁ, ἡ, ὁ φθείρων, καταστρέφων τὰς φρένας, Ὀππ. Κυνηγ. 2. 423.
|lstext='''φθῑσίφρων''': -ονος, ὁ, ἡ, ὁ φθείρων, καταστρέφων τὰς φρένας, Ὀππ. Κυνηγ. 2. 423.
}}
{{grml
|mltxt=-ονος, ὁ, ἡ, Α<br />αυτός που φθείρει τον νου, που καταστρέφει τη [[σκέψη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Σύνθ. του τύπου [[τερψίμβροτος]] (<span style="color: red;"><</span> [[φθίνω]] <span style="color: red;">+</span> -<i>φρων</i> [<span style="color: red;"><</span> [[φρήν]], <i>φρενός</i>]), <b>πρβλ.</b> <i>κλεψί</i>-<i>φρων</i>. Ο τ. [[αντί]] του αναμενόμενου <i>φθει</i>-<i>σίφρων</i>, σχηματισμένου από την απαθή [[βαθμίδα]] του ρ. [[φθίνω]] (<b>βλ. λ.</b> [[φθίνω]]), όπως τα σύνθ. με <i>δεξι</i>-, <i>κλεψι</i>-,<i>τερψι</i>- κ.λπ.].
}}
}}

Revision as of 12:46, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φθῑσίφρων Medium diacritics: φθισίφρων Low diacritics: φθισίφρων Capitals: ΦΘΙΣΙΦΡΩΝ
Transliteration A: phthisíphrōn Transliteration B: phthisiphrōn Transliteration C: fthisifron Beta Code: fqisi/frwn

English (LSJ)

ονος, ὁ, ἡ,

   A destroying the mind, Opp.C.2.423 (φθεισ-).

German (Pape)

[Seite 1271] ονος, den Verstand zerstörend, die Besinnung raubend, Opp. Cyn. 2, 423.

Greek (Liddell-Scott)

φθῑσίφρων: -ονος, ὁ, ἡ, ὁ φθείρων, καταστρέφων τὰς φρένας, Ὀππ. Κυνηγ. 2. 423.

Greek Monolingual

-ονος, ὁ, ἡ, Α
αυτός που φθείρει τον νου, που καταστρέφει τη σκέψη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Σύνθ. του τύπου τερψίμβροτος (< φθίνω + -φρων [< φρήν, φρενός]), πρβλ. κλεψί-φρων. Ο τ. αντί του αναμενόμενου φθει-σίφρων, σχηματισμένου από την απαθή βαθμίδα του ρ. φθίνω (βλ. λ. φθίνω), όπως τα σύνθ. με δεξι-, κλεψι-,τερψι- κ.λπ.].