ἄποξυς: Difference between revisions

From LSJ

φύσει γὰρ ἄνθρωπος ὃ βούλεται, τοῦτο καί οἴεται → it's human nature: what you want, you believe

Source
(6_22)
(big3_6)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἄποξυς''': υ, ὁ εἰς ὀξὺ κατὰ μικρὸν ἀπολήγων, Ἱππ. περὶ Ἄρθρ. 799F, πρβλ. 743C ([[μετὰ]] διαφ. γραφ. ἀπόξυρα, ἀπόξηρα), 1165 Α. Ἴδε Λοβ. Φρύν. 539.
|lstext='''ἄποξυς''': υ, ὁ εἰς ὀξὺ κατὰ μικρὸν ἀπολήγων, Ἱππ. περὶ Ἄρθρ. 799F, πρβλ. 743C ([[μετὰ]] διαφ. γραφ. ἀπόξυρα, ἀπόξηρα), 1165 Α. Ἴδε Λοβ. Φρύν. 539.
}}
{{DGE
|dgtxt=-υ<br />[[terminado en punta]], [[que va en disminución]] οἱ ἱμάντες Hp.<i>Art</i>.33, cf. <i>Off</i>.9, de una planta, Dsc.2.114, φύματα ... κορυφώδη καὶ ἀπόξεα Gal.15.330.
}}
}}

Revision as of 12:16, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἄποξυς Medium diacritics: ἄποξυς Low diacritics: άποξυς Capitals: ΑΠΟΞΥΣ
Transliteration A: ápoxys Transliteration B: apoxys Transliteration C: apoksys Beta Code: a)/pocus

English (LSJ)

υ,

   A tapering, Hp.Art.33, Off.9(with vv. ll. ἀπόξυρα, ἀπόξηρα), Dsc.2.114, Gal.15.330.

German (Pape)

[Seite 318] υ, zugespitzt, ῥίζα Diosc., Hippocr.

Greek (Liddell-Scott)

ἄποξυς: υ, ὁ εἰς ὀξὺ κατὰ μικρὸν ἀπολήγων, Ἱππ. περὶ Ἄρθρ. 799F, πρβλ. 743C (μετὰ διαφ. γραφ. ἀπόξυρα, ἀπόξηρα), 1165 Α. Ἴδε Λοβ. Φρύν. 539.

Spanish (DGE)


terminado en punta, que va en disminución οἱ ἱμάντες Hp.Art.33, cf. Off.9, de una planta, Dsc.2.114, φύματα ... κορυφώδη καὶ ἀπόξεα Gal.15.330.