λοιμότης: Difference between revisions
From LSJ
εἰπὼν ἃ θέλεις, ἀντάκουε ἃ μὴ θέλεις → if you say what you want, hear in response what you don't want
(6_12) |
(23) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''λοιμότης''': -ητος, ἡ, λοιμική, φθοροποιὸς [[κατάστασις]], Ἑβδ. (Έσθ. (προσθ.) Ιϛ΄, 5). | |lstext='''λοιμότης''': -ητος, ἡ, λοιμική, φθοροποιὸς [[κατάστασις]], Ἑβδ. (Έσθ. (προσθ.) Ιϛ΄, 5). | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[λοιμότης]], -ητος, ἡ (Α) [[λοιμός]]<br />[[φθοροποιός]] [[κατάσταση]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:45, 29 September 2017
English (LSJ)
ητος, ἡ,
A pestilent condition, LXX Es.8.13 (16.7).
Greek (Liddell-Scott)
λοιμότης: -ητος, ἡ, λοιμική, φθοροποιὸς κατάστασις, Ἑβδ. (Έσθ. (προσθ.) Ιϛ΄, 5).
Greek Monolingual
λοιμότης, -ητος, ἡ (Α) λοιμός
φθοροποιός κατάσταση.