ἀνθράκωσις: Difference between revisions

From LSJ

τὰ ὑπὸ ἐμοῦ διδόμενα τεθήσεται ἐν τῷ ἱερῷ → what I give will be put in the temple

Source
(6_8)
(big3_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνθράκωσις''': -εως, ἡ, «κακόηθες [[ἕλκος]] ἐστὶν ἐσχαρῶδες, ποτὲ μὲν ἐν τῷ βολβῷ (τοῦ ὀφθαλμοῦ), ποτὲ δὲ ἐν τῷ βλεφάρῳ, καθάπερ κἀν τοῖς ἄλλοις τοῦ σώματος μέρεσιν συνιστάμενον» Παῦλ. Αἰγ. 3. 22.
|lstext='''ἀνθράκωσις''': -εως, ἡ, «κακόηθες [[ἕλκος]] ἐστὶν ἐσχαρῶδες, ποτὲ μὲν ἐν τῷ βολβῷ (τοῦ ὀφθαλμοῦ), ποτὲ δὲ ἐν τῷ βλεφάρῳ, καθάπερ κἀν τοῖς ἄλλοις τοῦ σώματος μέρεσιν συνιστάμενον» Παῦλ. Αἰγ. 3. 22.
}}
{{DGE
|dgtxt=-εως, ἡ<br /><b class="num">1</b> medic. [[úlcera maligna]] gener. en los ojos ἡ ἀ. ... [[ἕλκος]] ἐστὶν ἐσχαρῶδες Paul.Aeg.3.22.26.<br /><b class="num">2</b> medic. [[carbunclo]] Gal.14.777.<br /><b class="num">3</b> [[carbonización]] χαμαιλέοντι κεκαυμένῳ ... [[ἄχρι]] ἀνθρακώσεως Dsc.<i>Eup</i>.1.49.
}}
}}

Revision as of 12:13, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνθρᾰκωσις Medium diacritics: ἀνθράκωσις Low diacritics: ανθράκωσις Capitals: ΑΝΘΡΑΚΩΣΙΣ
Transliteration A: anthrákōsis Transliteration B: anthrakōsis Transliteration C: anthrakosis Beta Code: a)nqra/kwsis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A malignant ulcer, commonly in the eye, Paul.Aeg.3.22.    2 carbuncle, Gal.14.777.    II carbonization, charring, Dsc.Eup.1.49.

German (Pape)

[Seite 233] ἡ, brandartiges Geschwür, Medic.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνθράκωσις: -εως, ἡ, «κακόηθες ἕλκος ἐστὶν ἐσχαρῶδες, ποτὲ μὲν ἐν τῷ βολβῷ (τοῦ ὀφθαλμοῦ), ποτὲ δὲ ἐν τῷ βλεφάρῳ, καθάπερ κἀν τοῖς ἄλλοις τοῦ σώματος μέρεσιν συνιστάμενον» Παῦλ. Αἰγ. 3. 22.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
1 medic. úlcera maligna gener. en los ojos ἡ ἀ. ... ἕλκος ἐστὶν ἐσχαρῶδες Paul.Aeg.3.22.26.
2 medic. carbunclo Gal.14.777.
3 carbonización χαμαιλέοντι κεκαυμένῳ ... ἄχρι ἀνθρακώσεως Dsc.Eup.1.49.