διφροπηγία: Difference between revisions
From LSJ
(6_9) |
(big3_12) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διφροπηγία''': ἡ, [[ἁμαξοπηγία]], ἡ [[τέχνη]] τοῦ κατασκευάζειν δίφρους, ἅρματα, Θεόφρ. Ι. Φ. 5. 7, 6. | |lstext='''διφροπηγία''': ἡ, [[ἁμαξοπηγία]], ἡ [[τέχνη]] τοῦ κατασκευάζειν δίφρους, ἅρματα, Θεόφρ. Ι. Φ. 5. 7, 6. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ας, ἡ [[construcción de carros]] Thphr.<i>HP</i> 5.7.6. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:25, 21 August 2017
English (LSJ)
ἡ,
A cart-building, Thphr.HP5.7.6.
German (Pape)
[Seite 645] ἡ, das Wagenbauen, Theophr.
Greek (Liddell-Scott)
διφροπηγία: ἡ, ἁμαξοπηγία, ἡ τέχνη τοῦ κατασκευάζειν δίφρους, ἅρματα, Θεόφρ. Ι. Φ. 5. 7, 6.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ construcción de carros Thphr.HP 5.7.6.