Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

εἰδητικός: Difference between revisions

From LSJ

Φεύγειν ἀεὶ δεῖ δεσπότας θυμουμένους → Fugiendus herus est semper ira percitus → Geh einem Herr, der zornig ist, stets aus dem Weg

Menander, Monostichoi, 534
(6_10)
(big3_13)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εἰδητικός''': -ή, -όν, [[ἐπιστημονικός]], Σχόλ. εἰς Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσικ. 305. 336, Brandis. - Ἐπίρρ. εἰδητικῶς Πρόκλ. εἰς Παρμεν. Πλάτ. σ. 625. 649, ἔκδ. Stallb.
|lstext='''εἰδητικός''': -ή, -όν, [[ἐπιστημονικός]], Σχόλ. εἰς Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσικ. 305. 336, Brandis. - Ἐπίρρ. εἰδητικῶς Πρόκλ. εἰς Παρμεν. Πλάτ. σ. 625. 649, ἔκδ. Stallb.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[relativo a la idea]] platónica, [[ideal]] τὸν αὐτὸν εἰδητικὸν καὶ μαθηματικὸν ἐποίησαν ἀριθμόν identificaron el número ideal con el matemático</i> Arist.<i>Metaph</i>.1086<sup>a</sup>8, cf. 1088<sup>b</sup>34, 1090<sup>b</sup>35, τὸ δὲ καλὸν ἐραστὸν εἰδητικόν la belleza es el objeto ideal del amor</i> Dam.<i>in Phlb</i>.16, τὸ ἕν Dam.<i>Pr</i>.25.<br /><b class="num">2</b> [[formal]] [[αἰτία]] Alex.Aphr.<i>in Metaph</i>.124.9, Procl.<i>Inst</i>.178, εἰδητικὴ τῶν ἀριθμῶν [[διαφορά]] Alex.Aphr.<i>in Metaph</i>.113.6, τὸ ὄν Dam.<i>Pr</i>.58, [[ἀριθμός]] Dam.<i>Pr</i>.89, λόγος Dam.<i>in Phlb</i>.62.<br /><b class="num">3</b> [[específico]] παραλλαγὰς ἔχουσα εἰδητικάς (ἡ ψυχή) Porph.<i>Sent</i>.37, νόησις Dam.<i>Pr</i>.5, ἀποδείξεις Dam.<i>Pr</i>.5, φύσις Dam.<i>Pr</i>.87, οὐσία Procl.<i>in Prm</i>.729, διαφοραί Iambl.<i>Comm.Math</i>.2.<br /><b class="num">4</b> [[capaz de conocer]] εἰ. op. [[εἰδητός]] dicho del νοῦς como forma, Dam.<i>Pr</i>.81, εἰδικοὶ ἢ εἰδητικοί (δαίμονες) identificados con facultades anímicas, Olymp.<i>in Alc</i>.18.<br /><b class="num">5</b> [[que puede ser representado por una figura geométrica]] [[ἀριθμός]] Iambl.<i>Comm.Math</i>.19.<br /><b class="num">II</b> adv. -ῶς<br /><b class="num">1</b> [[de forma ideal]], [[idealmente]] op. οὐσιωδῶς Dam.<i>in Prm</i>.284, cf. 321.<br /><b class="num">2</b> [[de manera específica]] ἑναδικῶς καὶ εἰ. Procl.<i>in Prm</i>.805, cf. 836.
}}
}}

Revision as of 12:27, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εἰδητικός Medium diacritics: εἰδητικός Low diacritics: ειδητικός Capitals: ΕΙΔΗΤΙΚΟΣ
Transliteration A: eidētikós Transliteration B: eidētikos Transliteration C: eiditikos Beta Code: ei)dhtiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A constituting an εἶδος 111.2, ἀριθμός, opp. μαθηματικός, Arist.Metaph.1086a5, 1088b34 (but later εἰ. ἀριθμός capable of being represented by a geometrical pattern, figurate, Iamb. Comm.Math.19); formal, αἰτία Alex. Aphr.in Metaph.124.9, Procl.Inst.178; αἴτια Olymp.in Mete.302.28; opp. εἰδητός (q.v.), Dam.Pr.81.    2 concerned with εἴδη, νόησις ib.5; ἀποδείξεις ibid.; specific, Alex.Aphr.in Metaph.113.6.    II Adv. -κῶς Dam.Pr.284,321, Procl.in Prm.pp.625,649 S.

German (Pape)

[Seite 723] = εἰδήμων, B. A. p. 1366, aus Damascius.

Greek (Liddell-Scott)

εἰδητικός: -ή, -όν, ἐπιστημονικός, Σχόλ. εἰς Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσικ. 305. 336, Brandis. - Ἐπίρρ. εἰδητικῶς Πρόκλ. εἰς Παρμεν. Πλάτ. σ. 625. 649, ἔκδ. Stallb.

Spanish (DGE)

-ή, -ον
I 1relativo a la idea platónica, ideal τὸν αὐτὸν εἰδητικὸν καὶ μαθηματικὸν ἐποίησαν ἀριθμόν identificaron el número ideal con el matemático Arist.Metaph.1086a8, cf. 1088b34, 1090b35, τὸ δὲ καλὸν ἐραστὸν εἰδητικόν la belleza es el objeto ideal del amor Dam.in Phlb.16, τὸ ἕν Dam.Pr.25.
2 formal αἰτία Alex.Aphr.in Metaph.124.9, Procl.Inst.178, εἰδητικὴ τῶν ἀριθμῶν διαφορά Alex.Aphr.in Metaph.113.6, τὸ ὄν Dam.Pr.58, ἀριθμός Dam.Pr.89, λόγος Dam.in Phlb.62.
3 específico παραλλαγὰς ἔχουσα εἰδητικάς (ἡ ψυχή) Porph.Sent.37, νόησις Dam.Pr.5, ἀποδείξεις Dam.Pr.5, φύσις Dam.Pr.87, οὐσία Procl.in Prm.729, διαφοραί Iambl.Comm.Math.2.
4 capaz de conocer εἰ. op. εἰδητός dicho del νοῦς como forma, Dam.Pr.81, εἰδικοὶ ἢ εἰδητικοί (δαίμονες) identificados con facultades anímicas, Olymp.in Alc.18.
5 que puede ser representado por una figura geométrica ἀριθμός Iambl.Comm.Math.19.
II adv. -ῶς
1 de forma ideal, idealmente op. οὐσιωδῶς Dam.in Prm.284, cf. 321.
2 de manera específica ἑναδικῶς καὶ εἰ. Procl.in Prm.805, cf. 836.