ἀριστοκρατικός: Difference between revisions

From LSJ

Περὶ μὲν γὰρ τῆς πρὸς τὴν φύσιν ὑποστάσεως τῶν... → Αbout the true nature of...

Source
(6_11)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀριστοκρᾰτικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τὴν ἀριστοκρατίαν ἢ ὁ κλίνων πρὸς αὐτήν, Πλάτ. Πολ. 587D· ἀρ. [[πολιτεία]] (πρβλ. [[ἀριστοκρατία]] ΙΙ.), Ἀριστ. Πολ. 2. 6. 16, κτλ. ― Ἐπίρρ. -κῶς [[αὐτόθι]] 4. 15, 20., 6. 1, 4.
|lstext='''ἀριστοκρᾰτικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τὴν ἀριστοκρατίαν ἢ ὁ κλίνων πρὸς αὐτήν, Πλάτ. Πολ. 587D· ἀρ. [[πολιτεία]] (πρβλ. [[ἀριστοκρατία]] ΙΙ.), Ἀριστ. Πολ. 2. 6. 16, κτλ. ― Ἐπίρρ. -κῶς [[αὐτόθι]] 4. 15, 20., 6. 1, 4.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />aristocratique.<br />'''Étymologie:''' [[ἀριστοκρατία]].
}}
}}

Revision as of 19:34, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀριστοκρᾰτικός Medium diacritics: ἀριστοκρατικός Low diacritics: αριστοκρατικός Capitals: ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΟΣ
Transliteration A: aristokratikós Transliteration B: aristokratikos Transliteration C: aristokratikos Beta Code: a)ristokratiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A aristocratical, Pl.R.587d; ἀ. πολιτεία Arist.Pol.1288a21, 1265b33 (Comp.); κοινωνία, of man and wife, Id.EN1160b32; παῖς Cic.Att.2.15.4 (Sup.). Adv. -κῶς Arist.Pol.1300a41, 1317a6, Cic.Att.2.3.4, Str.10.1.8.

German (Pape)

[Seite 352] ή, όν, zur Herrschaft der Vornehmen gehörig, der Aristokratie geneigt, Plat. Rep. IX, 587 d; Arist. Pol. 3, 11. – Adv., Cic. Att. 1, 14.

Greek (Liddell-Scott)

ἀριστοκρᾰτικός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τὴν ἀριστοκρατίαν ἢ ὁ κλίνων πρὸς αὐτήν, Πλάτ. Πολ. 587D· ἀρ. πολιτεία (πρβλ. ἀριστοκρατία ΙΙ.), Ἀριστ. Πολ. 2. 6. 16, κτλ. ― Ἐπίρρ. -κῶς αὐτόθι 4. 15, 20., 6. 1, 4.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
aristocratique.
Étymologie: ἀριστοκρατία.