ἀδιάθετος: Difference between revisions
From LSJ
(6_18) |
(Bailly1_1) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀδιάθετος''': -ον, ὁ μὴ διατεθειμένος, μὴ διατεταγμένος, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Νεφ. 1370, κτλ.· [[στίχος]] ἀδ., Σχολ. εἰς Ἰλ. Χ. 487. 2) ὁ μὴ ποιήσας, μὴ καταλιπὼν διαθήκην, Πλουτ. Κάτων πρεσβ. 9, Δίων Χρυσ. 2. 281: - Ἐπίρρ. -τως, Ἀχμ. Ὀνειρ. 97. | |lstext='''ἀδιάθετος''': -ον, ὁ μὴ διατεθειμένος, μὴ διατεταγμένος, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Νεφ. 1370, κτλ.· [[στίχος]] ἀδ., Σχολ. εἰς Ἰλ. Χ. 487. 2) ὁ μὴ ποιήσας, μὴ καταλιπὼν διαθήκην, Πλουτ. Κάτων πρεσβ. 9, Δίων Χρυσ. 2. 281: - Ἐπίρρ. -τως, Ἀχμ. Ὀνειρ. 97. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />intestat.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[διατίθημι]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:20, 9 August 2017
English (LSJ)
ον,
A not disposed or set in order, Sch.Ar.Nu.1370, etc.; στίχοι ἀ. Sch.Il.22.487. 2 having made no will, intestate, Plu.Cat.Ma.9, D.Chr.54.4, POxy.105.6 (ii A.D.), al. b not disposed of by will, PGrenf.1.17 (ii B. C.), Sammelb.4638.5.
Greek (Liddell-Scott)
ἀδιάθετος: -ον, ὁ μὴ διατεθειμένος, μὴ διατεταγμένος, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Νεφ. 1370, κτλ.· στίχος ἀδ., Σχολ. εἰς Ἰλ. Χ. 487. 2) ὁ μὴ ποιήσας, μὴ καταλιπὼν διαθήκην, Πλουτ. Κάτων πρεσβ. 9, Δίων Χρυσ. 2. 281: - Ἐπίρρ. -τως, Ἀχμ. Ὀνειρ. 97.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
intestat.
Étymologie: ἀ, διατίθημι.