Μαργίτης: Difference between revisions
(Bailly1_3) |
(5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ου (ὁ) :<br />Margitès :<br /><b>1</b> n. d’un personnage sot et infatué de lui-même;<br /><b>2</b> titre d’un poème satirique attribué à Homère.<br />'''Étymologie:''' [[μάργος]]. | |btext=ου (ὁ) :<br />Margitès :<br /><b>1</b> n. d’un personnage sot et infatué de lui-même;<br /><b>2</b> titre d’un poème satirique attribué à Homère.<br />'''Étymologie:''' [[μάργος]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''Μαργίτης:''' [ῑ], -ου, ὁ, ο [[Μαργίτης]], δηλ. [[ένας]] [[τρελός]] [[τύπος]], [[ήρωας]] ενός παρωδικού, ηρωϊκού ποιήματος, που αποδίδεται στον Όμηρο. | |||
}} | }} |
Revision as of 00:12, 31 December 2018
English (LSJ)
ου, ὁ, (μάργος) Margites, i. e.
A madman, hero of a mock-heroic poem of the same name, ascribed to Homer, Arist.Po.1448b30, etc.
Greek (Liddell-Scott)
Μαργίτης: [ῑ], -ου, ὁ, (μάργος), δηλ. μανικός, ἠλίθιος ἄνθρωπος, ἥρως κωμικοῦ τινος ἡρωϊκοῦ ποιήματος τὸ αὐτὸ ὄνομα φέροντος καὶ ἀποδιδομένου εἰς τὸν Ὅμηρον· - πρβλ. τὸ Γερμ. Tyll Eugenspiegel. Ὁ Ἀριστ., Ποιητ. 4, 10, ἔχει διασώσῃ τέσσαρας στίχους τοῦ ποιήματος τούτου, - συνήθως τυπουμένους μετὰ τῶν Ὁμηρικ. ἀποσπασμάτων ἐν τέλει τῆς Ὀδ. Πάντα τὰ περὶ αὐτοῦ γνωστὰ συνελέγησαν ὑπὸ τοῦ Falbe ἐν Margite Homerico, 1798. - Καθ’ Ἡσύχ.: «Μαργείτης (οὕτω)· μωρός τις, ἢ μὴ εἰδὼς μῖξιν γυναικός, κἂν γυνὴ προτρέπηται αὐτόν», καὶ «Μαργίτης (διὰ τοῦ ι)· μωρός τις μαινόμενος».
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
Margitès :
1 n. d’un personnage sot et infatué de lui-même;
2 titre d’un poème satirique attribué à Homère.
Étymologie: μάργος.
Greek Monotonic
Μαργίτης: [ῑ], -ου, ὁ, ο Μαργίτης, δηλ. ένας τρελός τύπος, ήρωας ενός παρωδικού, ηρωϊκού ποιήματος, που αποδίδεται στον Όμηρο.