ὁπλότατος: Difference between revisions

From LSJ

μοχθεῖν τε βροτοῖσ(ιν) άνάγκη → and you mortals must endure trouble (Euripides' Hippolytus 208)

Source
(sl1_repeat)
(slb)
Line 1: Line 1:
{{bailly
{{bailly
|btext=η, ον :<br />le plus jeune, <i>litt.</i> le mieux armé par les bras, les mains, <i>à cause de la vigueur de la jeunesse</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ὅπλον]].
|btext=η, ον :<br />le plus jeune, <i>litt.</i> le mieux armé par les bras, les mains, <i>à cause de la vigueur de la jeunesse</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ὅπλον]].
}}
{{Slater
|sltr=[[ὁπλότατος]]<br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> youngest παίδων ὁπλοτάτου Φυλακίδα (I. 6.6) πατρὸς [[οὕνεκα]] δίδυμαι γένοντο θύγατρες Ἀσωπίδων ὁπλόταται (I. 8.18)
}}
}}
{{Slater
{{Slater
|sltr=[[ὁπλότατος]]<br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> youngest παίδων ὁπλοτάτου Φυλακίδα (I. 6.6) πατρὸς [[οὕνεκα]] δίδυμαι γένοντο θύγατρες Ἀσωπίδων ὁπλόταται (I. 8.18)
|sltr=[[ὁπλότατος]]<br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> youngest παίδων ὁπλοτάτου Φυλακίδα (I. 6.6) πατρὸς [[οὕνεκα]] δίδυμαι γένοντο θύγατρες Ἀσωπίδων ὁπλόταται (I. 8.18)
}}
}}

Revision as of 12:35, 17 August 2017

French (Bailly abrégé)

η, ον :
le plus jeune, litt. le mieux armé par les bras, les mains, à cause de la vigueur de la jeunesse.
Étymologie: ὅπλον.

English (Slater)

ὁπλότατος
   1 youngest παίδων ὁπλοτάτου Φυλακίδα (I. 6.6) πατρὸς οὕνεκα δίδυμαι γένοντο θύγατρες Ἀσωπίδων ὁπλόταται (I. 8.18)

English (Slater)

ὁπλότατος
   1 youngest παίδων ὁπλοτάτου Φυλακίδα (I. 6.6) πατρὸς οὕνεκα δίδυμαι γένοντο θύγατρες Ἀσωπίδων ὁπλόταται (I. 8.18)