συμβουλία: Difference between revisions

From LSJ

Ὑγίεια καὶ νοῦς ἀγαθὰ τῷ βίῳ δύο (πέλει) → Vitae bona duo, sanitas, prudentiaZwei Lebensgüter sind Gesundheit und Verstand

Menander, Monostichoi, 519
(sl1_repeat)
(slb)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />conseil.<br />'''Étymologie:''' [[σύμβουλος]].
|btext=ας (ἡ) :<br />conseil.<br />'''Étymologie:''' [[σύμβουλος]].
}}
{{Slater
|sltr=[[συμβουλία]]<br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[advice]] τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' Ἑκαταβόλου συμβουλίαν [[λαβών]] fr. 2. 3.
}}
}}
{{Slater
{{Slater
|sltr=[[συμβουλία]]<br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[advice]] τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' Ἑκαταβόλου συμβουλίαν [[λαβών]] fr. 2. 3.
|sltr=[[συμβουλία]]<br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[advice]] τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' Ἑκαταβόλου συμβουλίαν [[λαβών]] fr. 2. 3.
}}
}}

Revision as of 12:38, 17 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμβουλία Medium diacritics: συμβουλία Low diacritics: συμβουλία Capitals: ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ
Transliteration A: symboulía Transliteration B: symboulia Transliteration C: symvoulia Beta Code: sumbouli/a

English (LSJ)

Ion. -ιη, ἡ,

   A advice or counsel given, esp. in public affairs, Hdt.3.125, 4.97, al., X.Mem.1.3.4, Cyr.1.6.2; ἡ Περιάνδρου Θρασυβούλῳ σ. Arist.Pol.1284a27; advice of an oracle, ἡ τοῦ Ἀπόλλωνος σ. SIG633.19 (Milet., ii B.C.), cf. 590.14 (ibid., ii B.C.): pl., counsels, X.Cyr.1.6.2, D.19.5, etc.    II counsel, consultation, λαβεῖν τινα εἰς σ. Men.Mon.355.    III prescription, recipe for a charm, Cyran.16.

German (Pape)

[Seite 980] ἡ, ion. συμβουλίη, Rath; Her. 4, 97. 7, 135 u. öfter; Plat. Legg. XII, 965 a; Xen. Mem. 1, 3, 4; Sp., wie Pol. 5, 12, 6.

Greek (Liddell-Scott)

συμβουλία: ἡ, Ἰων -ίη, ἡ, συμβουλὴ ἢ συμβουλὴ δοθεῖσα, μάλιστα περὶ δημοσίων πραγμάτων, Ἡρόδ. 3. 1, 125., 4. 97, κ. ἀλλαχ., Ξεν. Ἀπομν. 1. 3, 4· ἡ Περιάνδρου Θρασυβούλῳ σ. Ἀριστ. Πολ. 3. 13, 16· ἐν τῷ πληθ., συμβουλαί, νουθεσίαι, Ξεν. Κύρ. 1. 6, 2, Δημ. 342. 29. ΙΙ. σύσκεψις, λαβεῖν τινα εἰς σ. Μένανδρ. ἐν Μονοστ. 355. Πρβλ. συμβουλή.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
conseil.
Étymologie: σύμβουλος.

English (Slater)

συμβουλία
   1 advice τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' Ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 3.

English (Slater)

συμβουλία
   1 advice τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' Ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 3.