γωνιόφυλλος: Difference between revisions
From LSJ
ἄλογον δὴ τὸ μήτε μάχης ἄρξασθαι μήτε τοὺς φίλους φυλάξαι, ἐὰν ὑπό γε τῶν βαρβάρων ἀδικῆσθε → It is irrational neither to begin battle nor to guard the friends, if you are ever wronged by the foreigners
(big3_10) |
(8) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ον<br />[[que tiene hojas lanceoladas o afiladas]] ὁ φοῖνιξ καί ὁ κόϊξ Thphr.<i>HP</i> 1.10.5. | |dgtxt=-ον<br />[[que tiene hojas lanceoladas o afiladas]] ὁ φοῖνιξ καί ὁ κόϊξ Thphr.<i>HP</i> 1.10.5. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-η, -ο (Α [[γωνιόφυλλος]], -ον)<br />(για φυτά) αυτός που έχει μυτερά φύλλα. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:02, 29 September 2017
English (LSJ)
ον,
A with pointed leaves, Thphr.HP1.10.5.
German (Pape)
[Seite 512] mit winkligen Blättern, Theophr.
Greek (Liddell-Scott)
γωνιόφυλλος: -ον, ὁ ἔχων γωνιώδη φύλλα, Θεόφρ. Ἱ. Φ. 1. 10, 5.
Spanish (DGE)
-ον
que tiene hojas lanceoladas o afiladas ὁ φοῖνιξ καί ὁ κόϊξ Thphr.HP 1.10.5.
Greek Monolingual
-η, -ο (Α γωνιόφυλλος, -ον)
(για φυτά) αυτός που έχει μυτερά φύλλα.