δίνευμα: Difference between revisions

From LSJ

Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)

Source
(big3_11)
(9)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br /><br /><b class="num">• Prosodia:</b> [-ῑ-]<br />astr. [[rotación]], [[movimiento giratorio]] de los astros, Epicur.<i>Fr</i>.[26.38] 10, del sol ῥόμβου ἀπειρεσίου δινεύμασιν οἶμον ἐλαύνων Orph.<i>H</i>.8.7, de los rayos de Zeus [[βέλος]] ἁγνὸν ῥοίζου ἀπειρεσίου δινεύμασι sagrado proyectil con giros de inmenso estrépito</i> Orph.<i>H</i>.19.10.
|dgtxt=-ματος, τό<br /><br /><b class="num">• Prosodia:</b> [-ῑ-]<br />astr. [[rotación]], [[movimiento giratorio]] de los astros, Epicur.<i>Fr</i>.[26.38] 10, del sol ῥόμβου ἀπειρεσίου δινεύμασιν οἶμον ἐλαύνων Orph.<i>H</i>.8.7, de los rayos de Zeus [[βέλος]] ἁγνὸν ῥοίζου ἀπειρεσίου δινεύμασι sagrado proyectil con giros de inmenso estrépito</i> Orph.<i>H</i>.19.10.
}}
{{grml
|mltxt=[[δίνευμα]], το (Α) [[δινεύω]]<br /><b>1.</b> (για χορό) κυκλική, περιστροφική [[κίνηση]]<br /><b>2.</b> (για ιππέα) [[ελιγμός]]<br /><b>3.</b> (για ρόμβο) [[περιστροφή]].
}}
}}

Revision as of 07:04, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δίνευμα Medium diacritics: δίνευμα Low diacritics: δίνευμα Capitals: ΔΙΝΕΥΜΑ
Transliteration A: díneuma Transliteration B: dineuma Transliteration C: dinevma Beta Code: di/neuma

English (LSJ)

[ῑ], τό,

   A whirling round, esp. in dancing, prob. in Ar.Th. 122; wheeling, of a horse, X.Eq.3.11; rotation, ῥόμβου Orph.H.8.7 (pl.).

German (Pape)

[Seite 631] τό, kreisförmige Umdrehung; Χαρίτων, vom Tanz, Ar. Th. 122; Xen. de re equ. 3, 11 u. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

δίνευμα: [ῑ], τό, το δινεῖσθαι, περιδινεῖσθαι, κυκλικὴ κίνησις, περιστροφή, ἰδίως κατὰ τὴν ὄρχησιν, δινεύματα χαρίτων Ἀριστοφ. Θεσμ. 122, Ξεν. Ἱππ. 3, 11.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
mouvement circulaire ; danse circulaire, ronde.
Étymologie: δινεύω.

Spanish (DGE)

-ματος, τό

• Prosodia: [-ῑ-]
astr. rotación, movimiento giratorio de los astros, Epicur.Fr.[26.38] 10, del sol ῥόμβου ἀπειρεσίου δινεύμασιν οἶμον ἐλαύνων Orph.H.8.7, de los rayos de Zeus βέλος ἁγνὸν ῥοίζου ἀπειρεσίου δινεύμασι sagrado proyectil con giros de inmenso estrépito Orph.H.19.10.

Greek Monolingual

δίνευμα, το (Α) δινεύω
1. (για χορό) κυκλική, περιστροφική κίνηση
2. (για ιππέα) ελιγμός
3. (για ρόμβο) περιστροφή.