ἀπαράτιλτος: Difference between revisions

From LSJ

Ἔργων πονηρῶν χεῖρ' ἐλευθέραν ἔχε → Mali facinoris liberam serva manum → Von schlechten Taten halte deine Hände frei

Menander, Monostichoi, 148
(big3_5)
(5)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[no depilado]] de pers., Ar.<i>Lys</i>.279, Luc.<i>Salt</i>.5.
|dgtxt=-ον<br />[[no depilado]] de pers., Ar.<i>Lys</i>.279, Luc.<i>Salt</i>.5.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀπαράτιλτος]], -ον (Α)<br />αυτός που δεν έχει μαδημένα ή τραβηγμένα μαλλιά, κακοχτενισμένος, [[απεριποίητος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>α</i>- <b>στερ.</b> <span style="color: red;">+</span> [[παρατίλλω]] «[[μαδώ]] τις [[τρίχες]] από τα διάφορα μέρη του σώματος [[εκτός]] απ' το [[κεφάλι]]»].
}}
}}

Revision as of 06:56, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπαράτιλτος Medium diacritics: ἀπαράτιλτος Low diacritics: απαράτιλτος Capitals: ΑΠΑΡΑΤΙΛΤΟΣ
Transliteration A: aparátiltos Transliteration B: aparatiltos Transliteration C: aparatiltos Beta Code: a)para/tiltos

English (LSJ)

ον,

   A with hairs not pulled out, Ar.Lys. 279, Luc.Salt.5.

German (Pape)

[Seite 280] dem die Haare nicht ausgerauft sind, Ar. Lys. 279; Luc. Saltat. 5.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπαράτιλτος: -ον, ὁ μὴ ἔχων τὰς τρίχας παρατετιλμένας, μαδημένας, πινῶν, ῥυπῶν, ἀπαράτιλτος Ἀριστοφ. Λυσ. 279, Λουκ. π. Ὀρχ. 5.

Spanish (DGE)

-ον
no depilado de pers., Ar.Lys.279, Luc.Salt.5.

Greek Monolingual

ἀπαράτιλτος, -ον (Α)
αυτός που δεν έχει μαδημένα ή τραβηγμένα μαλλιά, κακοχτενισμένος, απεριποίητος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < α- στερ. + παρατίλλω «μαδώ τις τρίχες από τα διάφορα μέρη του σώματος εκτός απ' το κεφάλι»].