ἀπροσκόλλητος: Difference between revisions

From LSJ

μὴ ἐν πολλοῖς ὀλίγα λέγε, ἀλλ΄ ἐν ὀλίγοις πολλά → don't say little in many words, but much in a few words (Stobaeus quoting Pythagoras)

Source
(big3_6)
(6)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον [[que no se adhiere]] τῷ ἀνδρί Eust.1940.20.
|dgtxt=-ον [[que no se adhiere]] τῷ ἀνδρί Eust.1940.20.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Μ [[ἀπροσκόλλητος]], -ον)<br />αυτός που δεν [[είναι]] προσκολλημένος [[κάπου]]<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που δεν έχει τοποθετηθεί προσωρινά σε κάποια [[υπηρεσία]].
}}
}}

Revision as of 06:21, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπροσκόλλητος Medium diacritics: ἀπροσκόλλητος Low diacritics: απροσκόλλητος Capitals: ΑΠΡΟΣΚΟΛΛΗΤΟΣ
Transliteration A: aproskóllētos Transliteration B: aproskollētos Transliteration C: aproskollitos Beta Code: a)prosko/llhtos

English (LSJ)

ον,

   A not adhering, τινί Eust.1940.20.

German (Pape)

[Seite 339] nicht angeleimt, Eust.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπροσκόλλητος: -ον, ὁ μὴ προσκεκολλημένος, πράγματι ἀπροσκόλλητος ὢν ἐκείνῳ Εὐστ. 1940. 20.

Spanish (DGE)

-ον que no se adhiere τῷ ἀνδρί Eust.1940.20.

Greek Monolingual

-η, -ο (Μ ἀπροσκόλλητος, -ον)
αυτός που δεν είναι προσκολλημένος κάπου
αρχ.
αυτός που δεν έχει τοποθετηθεί προσωρινά σε κάποια υπηρεσία.