ἀρθρεμβόλησις: Difference between revisions
From LSJ
Γλώσσης μάλιστα πανταχοῦ πειρῶ κρατεῖν → Linguae modum tenere praecipuum puta → Zumeist die Zunge such' zu zügeln überall | Zumeist bezäme deine Zunge überall
(big3_6) |
m (Text replacement - "" to "·") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀρθρεμβόλησις''': -εως, ἡ, ἡ [[ἐμβολή]], τοποθέτησις ἄρθρου, Ἀπολλ. Κιτ. σ. | |lstext='''ἀρθρεμβόλησις''': -εως, ἡ, ἡ [[ἐμβολή]], τοποθέτησις ἄρθρου, Ἀπολλ. Κιτ. σ. 2· [[ὡσαύτως]] -βολία, ἡ, Ὀρειβασ. 138 Mai. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-εως, ἡ medic. [[reducción]] Apollon.Cit.1.1. | |dgtxt=-εως, ἡ medic. [[reducción]] Apollon.Cit.1.1. | ||
}} | }} |
Revision as of 17:00, 6 January 2019
English (LSJ)
εως, ἡ,
A setting of a limb, Apollon.Cit.1.1:—also ἀρθρεμ-βολία, ἡ, Orib.49.9.5.
German (Pape)
[Seite 350] ἡ, das Einrenken eines Gliedes, Chirurg.
Greek (Liddell-Scott)
ἀρθρεμβόλησις: -εως, ἡ, ἡ ἐμβολή, τοποθέτησις ἄρθρου, Ἀπολλ. Κιτ. σ. 2· ὡσαύτως -βολία, ἡ, Ὀρειβασ. 138 Mai.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ medic. reducción Apollon.Cit.1.1.