ἐνστηθίζω: Difference between revisions

From LSJ

Γελᾷ δ' ὁ μωρός, κἄν τι μὴ γέλοιον ᾖ → The fool laughs even when there's nothing to laugh at

Menander
(big3_15)
(12)
Line 7: Line 7:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=[[poner en el corazón]], e.e. [[aprender de memoria]] οὓς (ὅρους) [[δεῖ]] πρὸ παντὸς ἑτέρου μαθήματος ... ἐνστηθίζειν Ath.Al.M.28.533A.
|dgtxt=[[poner en el corazón]], e.e. [[aprender de memoria]] οὓς (ὅρους) [[δεῖ]] πρὸ παντὸς ἑτέρου μαθήματος ... ἐνστηθίζειν Ath.Al.M.28.533A.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἐνστηθίζω]] (Α) [[στήθος]]<br />[[βάζω]] [[μέσα]] στο [[στήθος]] μου, [[θυμάμαι]] [[συνεχώς]].
}}
}}

Revision as of 07:09, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 853] zu Herzen nehmen, sich einprägen, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἐνστηθίζω: ἀποταμιεύω, ἀποθέτω εἰς τὸ στῆθός μου, φυλάττω ἐν τῇ μνήμῃ μου, Ἀθαν. IV. 533Α.

Spanish (DGE)

poner en el corazón, e.e. aprender de memoria οὓς (ὅρους) δεῖ πρὸ παντὸς ἑτέρου μαθήματος ... ἐνστηθίζειν Ath.Al.M.28.533A.

Greek Monolingual

ἐνστηθίζω (Α) στήθος
βάζω μέσα στο στήθος μου, θυμάμαι συνεχώς.