ἐμφυλλισμός: Difference between revisions

From LSJ

Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart

Menander, Monostichoi, 473
(big3_14)
(11)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br />bot. [[injerto de lado]], [[lateral]] e.e. entre el tronco y la corteza τὸ κίτριον μόλις δέχεται ἐμφυλλισμόν, ὡς λεπτόφλοιον <i>Gp</i>.10.76.7, op. [[ἐγκεντρισμός]] ‘injerto en el interior’ del tronco <i>Gp</i>.10.75.3, 76.7<br /><b class="num">•</b>[[injerto por aproximación]] [[δεῖ]] πρὸ τοῦ ἐγκεντρισμοῦ πάσσαλον παραπῆξαι τοῦ διάσειστον κρατεῖν τὸ ἐγκεντρισθέν. καλεῖται δὲ τοῦτο ἐ. <i>Anecd.Plant</i>.2.2.
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br />bot. [[injerto de lado]], [[lateral]] e.e. entre el tronco y la corteza τὸ κίτριον μόλις δέχεται ἐμφυλλισμόν, ὡς λεπτόφλοιον <i>Gp</i>.10.76.7, op. [[ἐγκεντρισμός]] ‘injerto en el interior’ del tronco <i>Gp</i>.10.75.3, 76.7<br /><b class="num">•</b>[[injerto por aproximación]] [[δεῖ]] πρὸ τοῦ ἐγκεντρισμοῦ πάσσαλον παραπῆξαι τοῦ διάσειστον κρατεῖν τὸ ἐγκεντρισθέν. καλεῖται δὲ τοῦτο ἐ. <i>Anecd.Plant</i>.2.2.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἐμφυλλισμός]], ο (AM)<br />η ενοφθάλμιση, ο [[εγκεντρισμός]], το [[μπόλιασμα]] μοσχεύματος σ' ένα [[δένδρο]].
}}
}}

Revision as of 06:28, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐμφυλλισμός Medium diacritics: ἐμφυλλισμός Low diacritics: εμφυλλισμός Capitals: ΕΜΦΥΛΛΙΣΜΟΣ
Transliteration A: emphyllismós Transliteration B: emphyllismos Transliteration C: emfyllismos Beta Code: e)mfullismo/s

English (LSJ)

ὁ,

   A engrafting, side-graft, Gp.10.75.1.

German (Pape)

[Seite 820] ὁ, das Pfropfen zwischen Holz und Rinde, Geop.

Greek (Liddell-Scott)

ἐμφυλλισμός: ἐγκεντρισμός, «ἐμβόλιασμα», Ἀριστ. π. Φυτ. 1. 6, 4, Γεωπ. 10. 75, 1.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
bot. injerto de lado, lateral e.e. entre el tronco y la corteza τὸ κίτριον μόλις δέχεται ἐμφυλλισμόν, ὡς λεπτόφλοιον Gp.10.76.7, op. ἐγκεντρισμός ‘injerto en el interior’ del tronco Gp.10.75.3, 76.7
injerto por aproximación δεῖ πρὸ τοῦ ἐγκεντρισμοῦ πάσσαλον παραπῆξαι τοῦ διάσειστον κρατεῖν τὸ ἐγκεντρισθέν. καλεῖται δὲ τοῦτο ἐ. Anecd.Plant.2.2.

Greek Monolingual

ἐμφυλλισμός, ο (AM)
η ενοφθάλμιση, ο εγκεντρισμός, το μπόλιασμα μοσχεύματος σ' ένα δένδρο.