ζανεκέως: Difference between revisions
From LSJ
Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)
(6_9) |
(16) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ζᾱνεκέως''': ἢ ζᾱνεκῶς, ἐπίρρ., Αἰολ. ἀντὶ διανεκῶς, ἐπανορθωθὲν ἐν Κορίνν. 9 - ἐφθαρμένον τι [[γλώσσημα]] τοῦ Ἡσυχ. ἀναφέρεται εἰς τοῦτον τὸν τύπον, «[[αἰζηνεκές]], διηνεκές, αἰώνιον». | |lstext='''ζᾱνεκέως''': ἢ ζᾱνεκῶς, ἐπίρρ., Αἰολ. ἀντὶ διανεκῶς, ἐπανορθωθὲν ἐν Κορίνν. 9 - ἐφθαρμένον τι [[γλώσσημα]] τοῦ Ἡσυχ. ἀναφέρεται εἰς τοῦτον τὸν τύπον, «[[αἰζηνεκές]], διηνεκές, αἰώνιον». | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ζανεκέως]] και ζανεκῶς (Α)<br /><b>επίρρ.</b> αιολ. τ. του διηνεκώς, <b>βλ.</b> [[διηνεκής]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:35, 29 September 2017
English (LSJ)
or ζᾰνεκῶς, Adv., Aeol. for διανεκῶς, cj. in Corinn.9; cf. αἰζηνεκές· διηνεκές, αἰώνιον, Hsch. ζανίδες· ἡγεμονίδες, Id.
Greek (Liddell-Scott)
ζᾱνεκέως: ἢ ζᾱνεκῶς, ἐπίρρ., Αἰολ. ἀντὶ διανεκῶς, ἐπανορθωθὲν ἐν Κορίνν. 9 - ἐφθαρμένον τι γλώσσημα τοῦ Ἡσυχ. ἀναφέρεται εἰς τοῦτον τὸν τύπον, «αἰζηνεκές, διηνεκές, αἰώνιον».
Greek Monolingual
ζανεκέως και ζανεκῶς (Α)
επίρρ. αιολ. τ. του διηνεκώς, βλ. διηνεκής.