θυννοσκοπεῖον: Difference between revisions

From LSJ
(6_21)
(17)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θυννοσκοπεῖον''': τό, [[τόπος]] ὑψηλὸς ἐξ οὗ παραμονεύουσι τοὺς θύννους, Στράβ. 223.
|lstext='''θυννοσκοπεῖον''': τό, [[τόπος]] ὑψηλὸς ἐξ οὗ παραμονεύουσι τοὺς θύννους, Στράβ. 223.
}}
{{grml
|mltxt=θυννοσκοπεῑον, τὸ (Α) [[θυννοσκόπος]]<br />[[ψηλός]] [[τόπος]] απ' όπου παραμόνευαν τους τον(ν)ους.
}}
}}

Revision as of 06:36, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θυννοσκοπεῖον Medium diacritics: θυννοσκοπεῖον Low diacritics: θυννοσκοπείον Capitals: ΘΥΝΝΟΣΚΟΠΕΙΟΝ
Transliteration A: thynnoskopeîon Transliteration B: thynnoskopeion Transliteration C: thynnoskopeion Beta Code: qunnoskopei=on

English (LSJ)

τό,

   A look-out to watch for shoals of tunnies, Str.5.2.6.

German (Pape)

[Seite 1225] τό, Ort, wo man dem Thunfische auflauert, Strab. V, 223.

Greek (Liddell-Scott)

θυννοσκοπεῖον: τό, τόπος ὑψηλὸς ἐξ οὗ παραμονεύουσι τοὺς θύννους, Στράβ. 223.

Greek Monolingual

θυννοσκοπεῑον, τὸ (Α) θυννοσκόπος
ψηλός τόπος απ' όπου παραμόνευαν τους τον(ν)ους.