ἀλφιτοσκόπος: Difference between revisions

From LSJ

τὸν νέον τίνα οἴει καρδίαν ἴσχειν → what do you think are his feelings

Source
(big3_3)
(3)
Line 15: Line 15:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ [[adivino por medio de harina de cebada]] Hsch.
|dgtxt=-ου, ὁ [[adivino por medio de harina de cebada]] Hsch.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀλφιτοσκόπος]], ο (Α)<br />[[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b> ο «ἀλφιτομάντις», αυτός που ασκεί τη [[μαντική]] τών αλφίτων, την [[αλευρομαντεία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἄλφιτον]] (-<i>α</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>σκόπος</i> <span style="color: red;"><</span> [[σκοπός]].
}}
}}

Revision as of 06:51, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλφῐτοσκόπος Medium diacritics: ἀλφιτοσκόπος Low diacritics: αλφιτοσκόπος Capitals: ΑΛΦΙΤΟΣΚΟΠΟΣ
Transliteration A: alphitoskópos Transliteration B: alphitoskopos Transliteration C: alfitoskopos Beta Code: a)lfitosko/pos

English (LSJ)

ὁ,

   A = ἀλφιτόμαντις, Hsch. (-σκόπαι cod.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀλφῐτοσκόπος: ὁ, = ἀλφιτόμαντις, Ἡσύχ.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ adivino por medio de harina de cebada Hsch.

Greek Monolingual

ἀλφιτοσκόπος, ο (Α)
κατά τον Ησύχ. ο «ἀλφιτομάντις», αυτός που ασκεί τη μαντική τών αλφίτων, την αλευρομαντεία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἄλφιτον (-α) + -σκόπος < σκοπός.