ἀνθικός: Difference between revisions
From LSJ
(big3_4) |
(4) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ή, -όν<br />[[que produce flores]] τὰ ἀ. de las coronarias, op. τὰ φρυγανικά Thphr.<i>HP</i> 6.6.2. | |dgtxt=-ή, -όν<br />[[que produce flores]] τὰ ἀ. de las coronarias, op. τὰ φρυγανικά Thphr.<i>HP</i> 6.6.2. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -ό (Α [[ἀνθικός]], -ή, -όν)<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στα [[άνθη]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[εκείνος]] που ανθοφορεί, που βγάζει λουλούδια. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:54, 29 September 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A flowering, τὰ ἀ., opp. τὰ φρυγανικά, Thphr.HP6.62.
German (Pape)
[Seite 232] die Blumen betreffend, Theophr., zw.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνθικός: -ή, -όν, ἀνήκων εἰς ἄνθη ἢ ὅμοιος τοῖς ἄνθεσι, τὰ ἀνθικὰ = ἄνθη, Θεοφρ. Ἱστ. Φ. 6. 6, 2.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
que produce flores τὰ ἀ. de las coronarias, op. τὰ φρυγανικά Thphr.HP 6.6.2.
Greek Monolingual
-ή, -ό (Α ἀνθικός, -ή, -όν)
νεοελλ.
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στα άνθη
αρχ.
εκείνος που ανθοφορεί, που βγάζει λουλούδια.