δήμωμα: Difference between revisions

From LSJ

ἐπ' αὐτὸν ἐπενθρῴσκει πυρὶ καὶ στεροπαῖς ὁ Διὸς γενέτας, δειναὶ δ' ἅμ᾽ ἕπονται κῆρες ἀναπλάκητοι → the son of Zeus is springing upon him with fiery lightning, and with him come the dread unerring Fates

Source
(6_22)
(9)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''δήμωμα''': τό, τοῦ λαοῦ [[τέρψις]], χαρίτων [[δαμώματα]], ᾄσματα [[δημοσίᾳ]] ᾀδόμενα, Στησίχ. 34 (ἐν Ἀριστοφ. Εἰρ. 798)· πρβλ. [[δημόομαι]].
|lstext='''δήμωμα''': τό, τοῦ λαοῦ [[τέρψις]], χαρίτων [[δαμώματα]], ᾄσματα [[δημοσίᾳ]] ᾀδόμενα, Στησίχ. 34 (ἐν Ἀριστοφ. Εἰρ. 798)· πρβλ. [[δημόομαι]].
}}
{{grml
|mltxt=[[δήμωμα]], το (Α) [[δημούμαι]]<br />η [[τέρψη]] του λαού.
}}
}}

Revision as of 07:03, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δήμωμα Medium diacritics: δήμωμα Low diacritics: δήμωμα Capitals: ΔΗΜΩΜΑ
Transliteration A: dḗmōma Transliteration B: dēmōma Transliteration C: dimoma Beta Code: dh/mwma

English (LSJ)

   A v. δάμωμα.

Greek (Liddell-Scott)

δήμωμα: τό, τοῦ λαοῦ τέρψις, χαρίτων δαμώματα, ᾄσματα δημοσίᾳ ᾀδόμενα, Στησίχ. 34 (ἐν Ἀριστοφ. Εἰρ. 798)· πρβλ. δημόομαι.

Greek Monolingual

δήμωμα, το (Α) δημούμαι
η τέρψη του λαού.