ἡμικυκλοειδής: Difference between revisions

From LSJ

ἐν οἰκίᾳ τυφλῶν καὶ ὁ νυκτάλωψ ὀξυδερκήςeven the day-blind is sharp-eyed in a blind house | among the blind, the one-eyed man is king

Source
(CSV import)
 
(16)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=h(mikukloeidh/s
|Beta Code=h(mikukloeidh/s
|Definition=ές, Heliod.(?)ap.<span class="bibl">Orib.46.11.34</span>. Adv. ἡμι-κυκλοειδῶς Tz.ad <span class="bibl">Hes.<span class="title">Op.</span>450</span>.
|Definition=ές, Heliod.(?)ap.<span class="bibl">Orib.46.11.34</span>. Adv. ἡμι-κυκλοειδῶς Tz.ad <span class="bibl">Hes.<span class="title">Op.</span>450</span>.
}}
{{grml
|mltxt=-ές (Α [[ἡμικυκλοειδής]], -ές) [[ημίκυκλος]]<br />αυτός που μοιάζει με ημικύκλιο, που έχει [[σχήμα]] ημικυκλίου. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ἡμικυκλοειδῶς</i> (AM)<br />ημικυκλικά, με τρόπο ημικυκλοειδή.
}}
}}

Revision as of 07:17, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡμικυκλοειδής Medium diacritics: ἡμικυκλοειδής Low diacritics: ημικυκλοειδής Capitals: ΗΜΙΚΥΚΛΟΕΙΔΗΣ
Transliteration A: hēmikykloeidḗs Transliteration B: hēmikykloeidēs Transliteration C: imikykloeidis Beta Code: h(mikukloeidh/s

English (LSJ)

ές, Heliod.(?)ap.Orib.46.11.34. Adv. ἡμι-κυκλοειδῶς Tz.ad Hes.Op.450.

Greek Monolingual

-ές (Α ἡμικυκλοειδής, -ές) ημίκυκλος
αυτός που μοιάζει με ημικύκλιο, που έχει σχήμα ημικυκλίου.
επίρρ...
ἡμικυκλοειδῶς (AM)
ημικυκλικά, με τρόπο ημικυκλοειδή.