Μορφώ: Difference between revisions
From LSJ
Λάβε πρόνοιαν τοῦ προσήκοντος βίου → Curanda res est, ex decoro vivere → Dass du geziemend lebest, dafür sorge vor
(6_19) |
(25) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''Μορφώ''': -όος, συνῃρ. -οῦς, ἡ, [[ὄνομα]] τῆς Ἀφροδίτης ἐν Λακεδαίμονι, [[ἴσως]] = ἡ Εὔμορφος ἢ ἡ εὐμορφίαν διδοῦσα, Παυσ. 3. 15, 8. ΙΙ. = [[μορφή]], Ἀρχύτ. ἐν Στοβ. Ἐκλογ. 1. 714. | |lstext='''Μορφώ''': -όος, συνῃρ. -οῦς, ἡ, [[ὄνομα]] τῆς Ἀφροδίτης ἐν Λακεδαίμονι, [[ἴσως]] = ἡ Εὔμορφος ἢ ἡ εὐμορφίαν διδοῦσα, Παυσ. 3. 15, 8. ΙΙ. = [[μορφή]], Ἀρχύτ. ἐν Στοβ. Ἐκλογ. 1. 714. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[Μορφώ]], -οῡς και -όος, ἡ (Α)<br /><b>1.</b> [[ονομασία]] της Αφροδίτης στη [[Σπάρτη]], [[επειδή]], [[πιθανώς]], ήταν <i>Εὔμορφος</i> ή [[επειδή]] πιστευόταν ότι αυτή παρείχε [[ομορφιά]]<br /><b>2.</b> (ως προσηγορικό) η [[μορφή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μορφή]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ώ</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>Γοργ</i>-<i>ώ</i>)]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:27, 29 September 2017
Greek (Liddell-Scott)
Μορφώ: -όος, συνῃρ. -οῦς, ἡ, ὄνομα τῆς Ἀφροδίτης ἐν Λακεδαίμονι, ἴσως = ἡ Εὔμορφος ἢ ἡ εὐμορφίαν διδοῦσα, Παυσ. 3. 15, 8. ΙΙ. = μορφή, Ἀρχύτ. ἐν Στοβ. Ἐκλογ. 1. 714.
Greek Monolingual
Μορφώ, -οῡς και -όος, ἡ (Α)
1. ονομασία της Αφροδίτης στη Σπάρτη, επειδή, πιθανώς, ήταν Εὔμορφος ή επειδή πιστευόταν ότι αυτή παρείχε ομορφιά
2. (ως προσηγορικό) η μορφή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μορφή + επίθημα -ώ (πρβλ. Γοργ-ώ)].