λήθιος: Difference between revisions
From LSJ
τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασιν → who on this day shall receive Oedipus the wanderer with scanty gifts
(6_18) |
(23) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''λήθιος''': -ον, προξενῶν, ἐπιφέρων λήθην, [[πόμα]] Ζωναρ. Λεξ. 1305. ΙΙ. = [[λαθραῖος]], Ἡσύχ. | |lstext='''λήθιος''': -ον, προξενῶν, ἐπιφέρων λήθην, [[πόμα]] Ζωναρ. Λεξ. 1305. ΙΙ. = [[λαθραῖος]], Ἡσύχ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[λήθιος]], -ον (Α) [[λήθη]]<br /><b>1.</b> αυτός που επιφέρει [[λήθη]]<br /><b>2.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «λαθραῑος». | |||
}} | }} |