λήθιος
From LSJ
Ἡ δὲ Σελήνη γενομένη μὲν ἐκ τῆς ἀντανακλάσεως τοῦ ἡλιακοῦ φωτὸς → the moon having been made from the reflection of sunlight (Vettius Valens, Anthologies 1.14)
Ἡ δὲ Σελήνη γενομένη μὲν ἐκ τῆς ἀντανακλάσεως τοῦ ἡλιακοῦ φωτὸς → the moon having been made from the reflection of sunlight (Vettius Valens, Anthologies 1.14)
Full diacritics: λήθιος | Medium diacritics: λήθιος | Low diacritics: λήθιος | Capitals: ΛΗΘΙΟΣ |
Transliteration A: lḗthios | Transliteration B: lēthios | Transliteration C: lithios | Beta Code: lh/qios |
λήθιον,
A causing forgetfulness, πόμα Zonar.
II = λαθραῖος, Hsch.
λήθιος: -ον, προξενῶν, ἐπιφέρων λήθην, πόμα Ζωναρ. Λεξ. 1305. ΙΙ. = λαθραῖος, Ἡσύχ.
λήθιος, -ον (Α) λήθη
1. αυτός που επιφέρει λήθη
2. (κατά τον Ησύχ.) «λαθραῖος».