Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

στύση: Difference between revisions

From LSJ

Ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι → I seem, then, in just this little thing to be wiser than this man at any rate, that what I do not know I do not think I know either

Plato, Apology 21d
(39)
 
(39)
Line 1: Line 1:
{{grml
|mltxt=η / στῡσις, -ύσεως, ΝΑ [[στύω]] / <i>στύομαι</i>]<br /><b>βιολ.</b> [[αύξηση]] τών διαστάσεων, [[σκλήρυνση]] και [[ανόρθωση]] του ανδρικού οργάνου συνουσίας, του πέους<br /><b>νεοελλ.</b><br />αντίστοιχη [[διόγκωση]] της κλειτορίδας τών [[γυναικών]].
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η / στῡσις, -ύσεως, ΝΑ [[στύω]] / <i>στύομαι</i>]<br /><b>βιολ.</b> [[αύξηση]] τών διαστάσεων, [[σκλήρυνση]] και [[ανόρθωση]] του ανδρικού οργάνου συνουσίας, του πέους<br /><b>νεοελλ.</b><br />αντίστοιχη [[διόγκωση]] της κλειτορίδας τών [[γυναικών]].
|mltxt=η / στῡσις, -ύσεως, ΝΑ [[στύω]] / <i>στύομαι</i>]<br /><b>βιολ.</b> [[αύξηση]] τών διαστάσεων, [[σκλήρυνση]] και [[ανόρθωση]] του ανδρικού οργάνου συνουσίας, του πέους<br /><b>νεοελλ.</b><br />αντίστοιχη [[διόγκωση]] της κλειτορίδας τών [[γυναικών]].
}}
}}

Revision as of 12:35, 29 September 2017

Greek Monolingual

η / στῡσις, -ύσεως, ΝΑ στύω / στύομαι]
βιολ. αύξηση τών διαστάσεων, σκλήρυνση και ανόρθωση του ανδρικού οργάνου συνουσίας, του πέους
νεοελλ.
αντίστοιχη διόγκωση της κλειτορίδας τών γυναικών.

Greek Monolingual

η / στῡσις, -ύσεως, ΝΑ στύω / στύομαι]
βιολ. αύξηση τών διαστάσεων, σκλήρυνση και ανόρθωση του ανδρικού οργάνου συνουσίας, του πέους
νεοελλ.
αντίστοιχη διόγκωση της κλειτορίδας τών γυναικών.