φιλοκαλία: Difference between revisions
τὸ ἀγαθὸν αἱρετόν· τὸ δ' αἱρετὸν ἀρεστόν· τὸ δ' ἀρεστὸν ἐπαινετόν· τὸ δ' ἐπαινετὸν καλόν → what is good is chosen, what is chosen is approved, what is approved is admired, what is admired is beautiful
(6_11) |
(45) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φῐλοκᾰλία''': ἡ, τὸ φιλεῖν τὸ καλόν, τὸ ὡραῖον, Διόδ. 1. 51, Φιλόστρ. 570, κλπ. 2) τὸ φιλεῖν τὴν καθαριότητα, Ἡσύχ. | |lstext='''φῐλοκᾰλία''': ἡ, τὸ φιλεῖν τὸ καλόν, τὸ ὡραῖον, Διόδ. 1. 51, Φιλόστρ. 570, κλπ. 2) τὸ φιλεῖν τὴν καθαριότητα, Ἡσύχ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η, ΝΜΑ [[φιλόκαλος]]<br /><b>1.</b> [[αγάπη]] για το [[ωραίο]], [[καλαισθησία]]<br /><b>2.</b> <b>ως κύριο όν.</b> <i>Φιλοκαλία</i><br /><b>εκκλ.</b> [[απάνθισμα]] τών συγγραμμάτων του Ωριγένους,το οποίο συνέταξαν ο Μέγας Βασίλειος και ο Γρηγόριος [[Ναζιανζηνός]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[φροντίδα]], [[προσοχή]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> καλαίσθητη [[διακόσμηση]] («ποιεῑσθαι τὴν φιλοκαλίαν τοῡ βαλανείου», πάπ.)<br /><b>2.</b> <b>μαθημ.</b> [[εκτέλεση]] λογαριασμού<br /><b>3.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> [[αγάπη]] για την [[καθαριότητα]]<br /><b>4.</b> [[ευρυμάθεια]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:46, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ,
A love for the beautiful, D.S.1.51. 2 love of cleanliness, Hsch. 3 Arithm., calculation, working out, Vett.Val. 361.22. 4 care, attention, Hippiatr.68.
German (Pape)
[Seite 1280] ἡ, Liebe zum Schönen, Guten, Edlen, Ehrliebe, Arist. u. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
φῐλοκᾰλία: ἡ, τὸ φιλεῖν τὸ καλόν, τὸ ὡραῖον, Διόδ. 1. 51, Φιλόστρ. 570, κλπ. 2) τὸ φιλεῖν τὴν καθαριότητα, Ἡσύχ.
Greek Monolingual
η, ΝΜΑ φιλόκαλος
1. αγάπη για το ωραίο, καλαισθησία
2. ως κύριο όν. Φιλοκαλία
εκκλ. απάνθισμα τών συγγραμμάτων του Ωριγένους,το οποίο συνέταξαν ο Μέγας Βασίλειος και ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός
μσν.-αρχ.
φροντίδα, προσοχή
αρχ.
1. καλαίσθητη διακόσμηση («ποιεῑσθαι τὴν φιλοκαλίαν τοῡ βαλανείου», πάπ.)
2. μαθημ. εκτέλεση λογαριασμού
3. (κατά τον Ησύχ.) αγάπη για την καθαριότητα
4. ευρυμάθεια.