ὣς ὁ μὲν ἔνθ' ἀπόλωλεν, ἐπεὶ πίεν ἁλμυρὸν ὕδωρ → so there he perished, when he had drunk the salt water
το (Μ ἀπάνθισμα)νεοελλ.εκλογή των άριστων ποιητικών ή πεζών έργων, ανθολογίαμσν.λουλούδι κομμένο ή διαλεγμένο, εκλεκτό.