αμπελάνθη: Difference between revisions

From LSJ

Οὕτως ἔδειξέν μοι κύριος καὶ ἰδοὺ ἐπιγονὴ ἀκρίδων ἐρχομένη ἑωθινή, καὶ ἰδοὺ βροῦχος εἷς Γωγ ὁ βασιλεύς (Amos 7:1) → Thus the Lord showed me and look, early-morning offspring of locusts coming, and look, one locust-larva: Gog the king.

Source
(3)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀμπελάνθη]], η (Α)<br />το [[άνθος]] της αμπέλου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀμπέλι</i> <span style="color: red;">+</span> [[ἄνθη]] (η)<br /><b>[[πρβλ]].</b> [[οἰνάνθη]], [[μηλάνθη]], κ.ά.].
|mltxt=[[ἀμπελάνθη]], η (Α)<br />το [[άνθος]] της αμπέλου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀμπέλι</i> <span style="color: red;">+</span> [[ἄνθη]] (η)<br />πρβλ. [[οἰνάνθη]], [[μηλάνθη]], κ.ά.].
}}
}}

Revision as of 10:30, 23 December 2018

Greek Monolingual

ἀμπελάνθη, η (Α)
το άνθος της αμπέλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμπέλι + ἄνθη (η)
πρβλ. οἰνάνθη, μηλάνθη, κ.ά.].