στρατευτέον: Difference between revisions

From LSJ

ἄπαγ' ἐς μακαρίαν ἐκποδών → get lost, buzz off, on yer bike, bug off, bugger off, clear out, clear off, take a hike, beat it, scram, get out of here, get outta here

Source
(6_20)
 
(6)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''στρατευτέον''': ῥηματ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ἐκστρατεύσῃ, κινήσῃ πόλεμον, ἐπί τινας Ξεν. Ἑλλ. 7. 1, 41.
|lstext='''στρατευτέον''': ῥηματ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ἐκστρατεύσῃ, κινήσῃ πόλεμον, ἐπί τινας Ξεν. Ἑλλ. 7. 1, 41.
}}
{{lsm
|lsmtext='''στρατευτέον:''' ρημ. επίθ. του [[στρατεύω]], πρέπει [[κάποιος]] να εκστρατεύσει, να κηρύξει πόλεμο, σε Ξεν.
}}
}}

Latest revision as of 19:56, 30 December 2018

Greek (Liddell-Scott)

στρατευτέον: ῥηματ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ἐκστρατεύσῃ, κινήσῃ πόλεμον, ἐπί τινας Ξεν. Ἑλλ. 7. 1, 41.

Greek Monotonic

στρατευτέον: ρημ. επίθ. του στρατεύω, πρέπει κάποιος να εκστρατεύσει, να κηρύξει πόλεμο, σε Ξεν.