τρισδύστηνος: Difference between revisions

From LSJ

Ἔπαινον ἕξεις, ἂν κρατῇς, ὧν δεῖ κρατεῖν → Laus est, si, quibus est imperandum, tu imperes → Lob hast du, wenn du herrschst, worüber zu herrschen gilt

Menander, Monostichoi, 139
(42)
(6)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />ο [[τρεις]] φορές [[δύστηνος]], [[πάρα]] πολύ [[κακότυχος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> επιτατ. <i>τρισ</i>- / <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[δύστηνος]] «[[δύστυχος]]»].
|mltxt=-ον, Α<br />ο [[τρεις]] φορές [[δύστηνος]], [[πάρα]] πολύ [[κακότυχος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> επιτατ. <i>τρισ</i>- / <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[δύστηνος]] «[[δύστυχος]]»].
}}
{{lsm
|lsmtext='''τρισδύστηνος:''' -ον, = το προηγ., σε Ανθ.
}}
}}

Revision as of 20:04, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρῐσδύστηνος Medium diacritics: τρισδύστηνος Low diacritics: τρισδύστηνος Capitals: ΤΡΙΣΔΥΣΤΗΝΟΣ
Transliteration A: trisdýstēnos Transliteration B: trisdystēnos Transliteration C: trisdystinos Beta Code: trisdu/sthnos

English (LSJ)

ον, = foreg., ib.9.574.

Greek (Liddell-Scott)

τρισδύστηνος: -ον, τρὶς δύστηνος, τρισάθλιος, τρισκακοδαίμων, Ἀνθ. Π. 9. 574.

Greek Monolingual

-ον, Α
ο τρεις φορές δύστηνος, πάρα πολύ κακότυχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιτατ. τρισ- / τρι- + δύστηνος «δύστυχος»].

Greek Monotonic

τρισδύστηνος: -ον, = το προηγ., σε Ανθ.