ἠπεροπευτής: Difference between revisions

From LSJ

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source
(Bailly1_2)
(4)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><i>c.</i> [[ἠπεροπεύς]].<br />'''Étymologie:''' [[ἠπεροπεύω]].
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><i>c.</i> [[ἠπεροπεύς]].<br />'''Étymologie:''' [[ἠπεροπεύω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἠπεροπευτής:''' -οῦ, ὁ, = το προηγ., <i>ἠπεροπευτὰ</i> (Επικ. κλητ.), σε Ομήρ. Ιλ.
}}
}}

Revision as of 23:16, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἠπεροπευτής Medium diacritics: ἠπεροπευτής Low diacritics: ηπεροπευτής Capitals: ΗΠΕΡΟΠΕΥΤΗΣ
Transliteration A: ēperopeutḗs Transliteration B: ēperopeutēs Transliteration C: iperopeftis Beta Code: h)peropeuth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ,

   A a cheat, deceiver, of Paris (cf. sq.), γυναιμανές, ἠπεροπευτά (Ep. voc.) Il.3.39, cf.h.Merc.282, etc.

Greek (Liddell-Scott)

ἠπεροπευτής: -οῦ, ὁ, ἀπατεών, ἐπὶ τοῦ Πάριδος (πρβλ. τὸ ἑπόμ.), γυναιμανές, ἠπεροπευτά (Ἐπ. κλητ.), Ἰλ. Γ. 39, Ν. 769, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 282, κτλ.

French (Bailly abrégé)

οῦ (ὁ) :
c. ἠπεροπεύς.
Étymologie: ἠπεροπεύω.

Greek Monotonic

ἠπεροπευτής: -οῦ, ὁ, = το προηγ., ἠπεροπευτὰ (Επικ. κλητ.), σε Ομήρ. Ιλ.