παντοβίης: Difference between revisions

From LSJ

Πρὸς υἱὸν ὀργὴν οὐκ ἔχει χρηστὸς πατήρ → Boni parentis ira nulla in filium → Ein guter Vater zürnt nicht gegen seinen Sohn

Menander, Monostichoi, 451
(30)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=ό, Α<br />αυτός που καταβάλλει τους πάντες, που νικά τους πάντες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παντ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>βίης</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>βία</i>), <b>πρβλ.</b> <i>δεινο</i>-<i>βίης</i>].
|mltxt=ό, Α<br />αυτός που καταβάλλει τους πάντες, που νικά τους πάντες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παντ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>βίης</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>βία</i>), <b>πρβλ.</b> <i>δεινο</i>-<i>βίης</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''παντοβίης:''' -ου, ὁ ([[βιάω]]), αυτός που καταβάλλει, νικά όλους τους άλλους, σε Ανθ.
}}
}}

Revision as of 00:52, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παντοβίης Medium diacritics: παντοβίης Low diacritics: παντοβίης Capitals: ΠΑΝΤΟΒΙΗΣ
Transliteration A: pantobíēs Transliteration B: pantobiēs Transliteration C: pantoviis Beta Code: pantobi/hs

English (LSJ)

[ῐ], ου, ὁ,

   A all-overpowering, Ἀχέρων AP7.732 (Theodorid.).

German (Pape)

[Seite 463] ὁ, der Allesbewältiger, Ἀχέρων, Theodorid. 10 (VII, 732).

Greek (Liddell-Scott)

παντοβίης: -ου, ὁ, ὁ τοὺς πάντας καταβάλλων, κατανικῶν, Ἀχέρων Ἀνθ. Π. 7. 732.

French (Bailly abrégé)

ου;
adj. m.
qui dompte tout par la force.
Étymologie: πᾶν, βία.

Greek Monolingual

ό, Α
αυτός που καταβάλλει τους πάντες, που νικά τους πάντες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παντ(ο)- + -βίης (< βία), πρβλ. δεινο-βίης].

Greek Monotonic

παντοβίης: -ου, ὁ (βιάω), αυτός που καταβάλλει, νικά όλους τους άλλους, σε Ανθ.