ἑκτεύς: Difference between revisions

From LSJ

ἀσκεῖν περὶ τὰ νοσήματα δύο, ὠφελεῖν ἢ μὴ βλάπτειν → strive, with regard to diseases, for two things — to do good, or to do no harm | as to diseases, make a habit of two things — to help, or at least, to do no harm

Source
(11)
(2)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἑκτεύς]], ο (Α)<br />[[μέτρο]] σιτηρών κ.ά. ξηρών καρπών ίσο με το ένα έκτο του μεδίμνου.
|mltxt=[[ἑκτεύς]], ο (Α)<br />[[μέτρο]] σιτηρών κ.ά. ξηρών καρπών ίσο με το ένα έκτο του μεδίμνου.
}}
{{elru
|elrutext='''ἑκτεύς:''' [ἕξ] ὁ гектей (1/6 медимна, приблиз. 8.75 л) Arph.
}}
}}

Revision as of 08:16, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑκτεύς Medium diacritics: ἑκτεύς Low diacritics: εκτεύς Capitals: ΕΚΤΕΥΣ
Transliteration A: hekteús Transliteration B: hekteus Transliteration C: ekteys Beta Code: e(kteu/s

English (LSJ)

έως, ὁ, (ἕκτος)

   A the sixth part (sextarius) of the μέδιμνος, πυρῶν, κριθέων, Schwyzer 725 (Milet., vi B.C.), cf.IG12.76.6, Ar.Ec. 547, Men.91.

German (Pape)

[Seite 781] ὁ, der sechste Theil des μέδιμνος, sextarius; Ar. Eccl. 547; Ath. VI, 235 c; VLL.

Greek (Liddell-Scott)

ἑκτεύς: έως, ὁ (ἕκτος) τὸ ἓν ἕκτον (sextarius) τοῦ μεδίμνου, Ἐπιγραφ. Ἀρχ. ἐν τῇ Συλλογ. Ἐπιγρ. 9, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 547, Μένανδ. ἐν «Βοιωτίᾳ» 4.

French (Bailly abrégé)

έως (ὁ) :
setier, mesure att. pour les matières sèches valant 32 cotyles ou un sixième de médimne.
Étymologie: ἕκτος.

Spanish (DGE)

-έως, ὁ
metrol. hecteo, sexto medida ática para áridos, sexta parte del medimno πυρῶν Milet 1(3).31a.9 (VI a.C.), Ar.Ec.547, κριθέων Milet l.c., cf. IG 13.78.6 (V a.C.), ἀλφίτων SEG 50.168A.45 (Maratón IV a.C.), cf. Men.Fr.93, Poll.1.246.

Greek Monolingual

ἑκτεύς, ο (Α)
μέτρο σιτηρών κ.ά. ξηρών καρπών ίσο με το ένα έκτο του μεδίμνου.

Russian (Dvoretsky)

ἑκτεύς: [ἕξ] ὁ гектей (1/6 медимна, приблиз. 8.75 л) Arph.