σιτοβόλιον: Difference between revisions

From LSJ

Kατεσκευάσθη τὸ ἱερὸν τοῦτο ποτήριον ... ἐν ἔτει ,αω'α' → Τhis holy cup was made ... in the year 1801

Source
(37)
(nl)
Line 7: Line 7:
{{grml
{{grml
|mltxt=τὸ, Α<br /><b>βλ.</b> <i>σιτοβολεῑον</i>.
|mltxt=τὸ, Α<br /><b>βλ.</b> <i>σιτοβολεῑον</i>.
}}
{{elnl
|elnltext=σιτοβόλιον -ου, τό [σῖτος, βάλλω] graanopslagplaats.
}}
}}

Revision as of 11:08, 31 December 2018

German (Pape)

[Seite 885] τό, Pol. 3, 100, 4, auch σιτοβόλειον u. σιτόβολον, τό, = Folgdm; Geopon.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
grange à serrer le grain.
Étymologie: σῖτος, βάλλω.

Greek Monolingual

τὸ, Α
βλ. σιτοβολεῑον.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

σιτοβόλιον -ου, τό [σῖτος, βάλλω] graanopslagplaats.