κεδρόω: Difference between revisions

From LSJ

ὕπνος δεινὸν ἀνθρώποις κακόνsleep is a terrible evil for humans (Menander, Sententiae monostichoi 1.523)

Source
(6_4)
(2b)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κεδρόω''': «βαλσαμώνω», [[ταριχεύω]] μὲ κεδρίαν, Ποσειδών. παρὰ Στράβ. 198, Διόδ. 5. 29· καὶ κεδρίαν ξηραίνειν τε καὶ ἄσηπτα διαφυλάττειν τὰ τεθνεῶτα σώματα Γαλην.
|lstext='''κεδρόω''': «βαλσαμώνω», [[ταριχεύω]] μὲ κεδρίαν, Ποσειδών. παρὰ Στράβ. 198, Διόδ. 5. 29· καὶ κεδρίαν ξηραίνειν τε καὶ ἄσηπτα διαφυλάττειν τὰ τεθνεῶτα σώματα Γαλην.
}}
{{elru
|elrutext='''κεδρόω:''' бальзамировать кедровым маслом (κεφαλήν τινος Diod.).
}}
}}

Revision as of 23:04, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κεδρόω Medium diacritics: κεδρόω Low diacritics: κεδρόω Capitals: ΚΕΔΡΟΩ
Transliteration A: kedróō Transliteration B: kedroō Transliteration C: kedroo Beta Code: kedro/w

English (LSJ)

   A embalm with κεδρία, Posidon. ap. Str.4.4.5, D.S.5.29.

German (Pape)

[Seite 1411] mit Cederöl bestreichen, einbalsamiren; Posidon. bei Strab. IV, 198; D. Sic. 5, 29.

Greek (Liddell-Scott)

κεδρόω: «βαλσαμώνω», ταριχεύω μὲ κεδρίαν, Ποσειδών. παρὰ Στράβ. 198, Διόδ. 5. 29· καὶ κεδρίαν ξηραίνειν τε καὶ ἄσηπτα διαφυλάττειν τὰ τεθνεῶτα σώματα Γαλην.

Russian (Dvoretsky)

κεδρόω: бальзамировать кедровым маслом (κεφαλήν τινος Diod.).