πιμπλέω: Difference between revisions
From LSJ
νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖιν → godly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet
(6) |
(3b) |
||
Line 10: | Line 10: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''πιμπλέω:''' = το επόμ.· Ιων. θηλ. μτχ. ενεστ. <i>πιμπλεῦσαι</i>, σε Ησίοδ. | |lsmtext='''πιμπλέω:''' = το επόμ.· Ιων. θηλ. μτχ. ενεστ. <i>πιμπλεῦσαι</i>, σε Ησίοδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''πιμπλέω:''' ион. = [[πιμπλάω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 02:16, 1 January 2019
Greek (Liddell-Scott)
πιμπλέω: τῷ ἑπομ.· Ἰων. θηλ. μετοχ. ἐνεστ. πιμπλεῦσαι ἀντὶ πιμπλοῦσαι, Ἡσ. Θ. 880 (μετὰ διαφ. γραφ. πιμπλᾶσαι).
French (Bailly abrégé)
ion. c. πιμπλάω.
Greek Monolingual
βλ. πίμπλημι.
Greek Monotonic
πιμπλέω: = το επόμ.· Ιων. θηλ. μτχ. ενεστ. πιμπλεῦσαι, σε Ησίοδ.
Russian (Dvoretsky)
πιμπλέω: ион. = πιμπλάω.