φρενογηθής: Difference between revisions
From LSJ
(6) |
(4b) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''φρενογηθής:''' -ές ([[γηθέω]]), αυτός που φέρνει [[χαρά]] στο [[μυαλό]], σε Ανθ. | |lsmtext='''φρενογηθής:''' -ές ([[γηθέω]]), αυτός που φέρνει [[χαρά]] στο [[μυαλό]], σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''φρενογηθής:''' веселящий душу, проливающий радость ([[Ἀπόλλων]] Anth.). | |||
}} | }} |
Revision as of 05:56, 1 January 2019
English (LSJ)
ές,
A heart-gladdening, AP9.525.22.
German (Pape)
[Seite 1304] ές, frohes Herzens, das Herz erfreuend, so heißt Apollo in einem Hymn. (IX, 525).
Greek (Liddell-Scott)
φρενογηθής: -ές, ὁ ἐμποιῶν χαρὰν εἰς τὰς φρένας, Ἀνθ. Π. 9. 525, 22.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
qui réjouit le cœur.
Étymologie: φρήν, γηθέω.
Spanish
Greek Monolingual
-ές, Α
αυτός που προκαλεί χαρά, ευφορία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φρήν, φρενός + -γηθής (< γῆθος < γηθέω «χαίρομαι»), πρβλ. πολυ-γηθής, πλουτο-γᾱθής].
Greek Monotonic
φρενογηθής: -ές (γηθέω), αυτός που φέρνει χαρά στο μυαλό, σε Ανθ.
Russian (Dvoretsky)
φρενογηθής: веселящий душу, проливающий радость (Ἀπόλλων Anth.).